ΤΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΑΛΦΑΒΗΤΟ

 

τοῦ Σεραφεὶμ Γ. Κωνσταντίνου*


elliΠολιτισμοὶ καὶ γλῶσσες.

Ἄν οἱ γλῶσσες εἶναι τὸ «ροῦχο» τῶν πολιτισμῶν, ἄν, ὅπως ὁ «Wittgenstein» ἐπισημαίνει χαρακτηριστικά, τὰ ὅρια τῆς γλώσσας ταυτίζονται μὲ τὰ ὅρια τοῦ κόσμου ποὺ ὁ κάθε πολιτισμὸς ὁριοθετεῖ μὲ τὴν δράση καὶ τὴν παρουσία του, τὸ ἑλληνικὸ ἀλφάβητο καὶ ἡ πολύχρονη ἱστορία του ἀποδεικνύουν ἔκτυπα αὐτὲς τὶς ἐπισημάνσεις.

Ἡ καταγωγὴ τοῦ ἑλληνικοῦ ἀλφαβήτου - Ἡ συλλαβικὴ γραφή.

Ἀρκετὰ πρὶν ἀπὸ τὴν ἐπινόηση τοῦ ἀλφαβήτου ἡ ελληνικὴ γραφόταν μὲ συλλαβικὴ μορφὴ, ὅπως ὀνομάστηκε ἡ Γραμμικὴ Α΄ ἡ ὁποία χρησιμοποιοῦνταν στὴν Κρήτη. Νεότερη ἐκδοχὴ αὐτῆς εἶναι ἡ Γραμμικὴ Β΄, ἡ γραφὴ τῶν μυκηναϊκῶν ἀνακτόρων (Μυκῆνες Πῦλος, Τίρυνθα). Ἐπίσης ἀξίζει νὰ ἀναφερθεῖ η ὕπαρξη καὶ χρήση τοῦ κυπριακοῦ συλλαβαρίου, μορφῆς δηλαδὴ συλλαβογράμματης γραφῆς ποὺ ἀποδίδει τὴν Ἑλληνικὴ Γλῶσσα, ἔτσι ὅπως μιλιόταν στὴν Κύπρο.


Ἡ συγκέντρωση τῆς οἰκονομικῆς και κοινωνικῆς ζωῆς γύρω ἀπὸ τὰ ἀνάκτορα γέννησε τὴν ἀνάγκη ἑνὸς συστήματος καταγραφῆς καὶ διατήρησης τῆς πληροφορίας, ἐπιβεβαιώνοντας τὴν ἄποψη ὅτι ἡ ἐξέλιξη τῆς κοινωνίας καὶ οἱ σύνθετες δομές της χρειάστηκαν τὴν γραφή, καθὼς ὁ προφορικὸς λόγος ἦταν πλέον ἀνεπαρκής, ἀλλὰ καὶ πρακτικὰ ἄβολος. Ἡ γραφή, ὅπως προαναφέρθηκε, ἦταν συλλαβική, μὲ ἑνενήντα συλλαβικὰ σημεῖα καὶ ἑκατὸ ἰδεογράμματα ἢ εἰκονογράμματα, μὲ τὰ ὁποῖα οἱ Μυκηναῖοι ἄνακτες κατέγραφαν τὸ βιὸς ποὺ διέθεταν στὶς ἀποθῆκες τους. Ἑπομένως πρόκειται γιὰ ἕνα χρηστικὸ καθαρὰ ἀλφάβητο μὲ λογιστικὲς ἐφαρμογές, ἄκρως χρήσιμο στὴν οἰκονομία καὶ τὴν διοίκηση τῶν κέντρων τοῦ μυκηναϊκοῦ κόσμου ποὺ ἔσφυζαν ἀπὸ ζωή. Oἱ πήλινες πλάκες τῆς Γραμμικῆς Β΄ τὶς ὁποῖες ἔφερε στὸ φῶς ἡ ἀρχαιολογικὴ σκαπάνη τοῦ «Sir Arthur Evans» στὴν Κρήτη κατὰ τὸν 19ο αἰώνα, καὶ οἱ ὁποῖες ἀποκρυπτογραφήθηκαν ἀπὸ τοὺς «Michael Ventris» μὲ τὴν βοήθεια τοῦ καθηγητῆ «John Chadwick» τοῦ πανεπιστημίου τοῦ «Cambridge», πιστοποιοῦν ὅτι ἡ Γραμμικὴ Β΄ ἀποτέλεσε τὸ πρῶτο σύστημα γραφῆς στὸ ὁποῖο γράφτηκε γιὰ πρώτη φορὰ ἡ Ἑλληνικὴ Γλῶσσα (1).

Ἀπὸ τὴν συλλαβικὴ στὴν ἀλφαβητικὴ γραφή.

Σταδιακὰ ὅμως ἡ παρακμὴ τῶν μυκηναϊκῶν κέντρων ὀδηγεῖ στὴν διακοπὴ γραφῆς τῆς Γραμμικῆς Β΄ καὶ φτάνουμε πιὰ στὸν 8ο π.Χ. αἰῶνα γιὰ νὰ συναντήσουμε γραπτὰ κείμενα, τὰ ὁποῖα γράφονται ὅμως σε ἀλφαβητικὴ πλέον γραφή. Αὐτὸ σημαίνει ὅτι κάθε φθόγγος ἀποδίδεται μὲ ἕνα γράφημα. Σήμερα ἡ ἐπικρατέστερη** ἐπιστημονικὰ θεωρία ἀποδέχεται ὅτι οἱ Ἕλληνες παρέλαβαν ἀπὸ τοὺς Φοίνικες τὸ λεγόμενο βορειοσημιτικό ἀλφαβητικὸ σύστημα γραφῆς, ἀλλὰ τοῦ ἐπέφεραν σημαντικὲς μεταβολὲς, ἐπινοῶντας για πρώτη φορὰ στὴν ἱστορία τῆς γραφῆς τὰ φωνήεντα, τὰ ὁποῖα θὰ ἀποτελοῦν πιὰ τὴν βάση καὶ τὸν πυρήνα τῆς συλλαβῆς. Ἔτσι Ἕλληνες φτάνουν στὴν δημιουργία ἑνὸς ἀλφαβήτου ποὺ παριστάνει ὅλους τοὺς φθόγγους.


Ταυτόχρονα θεραπεύει καὶ  ξεπερνάει τὴν «ἐλλειπτικότητα» τόσο τοῦ φοινικικοῦ ἀλφαβήτου, ὅσο καὶ τῆς Γραμμικῆς Β΄. Ἡ στιγμὴ αὐτή, ποὺ διήρκεσε αἰῶνες καὶ ποὺ ὀφείλεται, σύμφωνα με τὸν σπουδαῖο Γερμανὸ φιλόλογο «Ulrich Von Wilamowitz-Moelendorf», σὲ ἕναν ἄγνωστο εὐεργέτη τῆς ἀνθρωπότητας, γέννησε τὸ ἑλληνικὸ ἀλφάβητο. Τὰ πρῶτα γραπτὰ μνημεῖα αὐτῆς τῆς γλώσσας εἶναι (ἡ ἐπιγραφή) στὸ γνωστὸ ποτήρι τοῦ Νέστορα, τὸ ὁποῖο βρέθηκε στὰ Ἴσκια, στὸ νησὶ Πιθηκοῦσες τοῦ τυρρηνικοῦ πελάγους, καθὼς καὶ ἡ περίφημη ἐπιγραφὴ τῆς οἰνοχόης τοῦ Διπύλου στὸν Κεραμεικό. Ἡ νὲα αὐτὴ γραφὴ ἔφερε πραγματικὴ ἐπανάσταση, ἀφοῦ, ἀποτελῶντας φωνογραφικὴ ἀπεικόνιση τοῦ καθημερινοῦ ὁμιλούμενου λόγου, παρέχει τὴν δυνατότητα στὸν κάθε πολίτη νὰ τὴν γράφει, νὰ τὴν κατανοεῖ καὶ νὰ συμμετέχει κατὰ συνέπεια στὰ κοινὰ τῆς πόλης του. Δημιουργοῦνται μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο οἱ προϋποθέσεις γιὰ μιὰ δημοκρατία τῆς γραφῆς, τῆς πληροφορίας καὶ τῆς γνώσης, γιατὶ τὸ ἀλφάβητο μαθαίνεται εὔκολα καὶ προσφέρεται γιὰ γενικὴ χρήση. Δὲν προϋποθέτει εἰδικοὺς τῆς γραφῆς καὶ εἰδικοὺς τῆς ἀνάγνωσης.


Τὰ πρῶτα αὐτὰ ἀλφαβητικὰ κείμενα τῆς ἑλληνικῆς γλώσσας ἔχουν ὡς «συγγραφεῖς» ἁπλοὺς καθημερινοὺς ἀνθρώπους, δὲν ἀνήκουν σὲ ἐπαγγελματίες γραφεῖς, σὲ προνομιοῦχες κάστες ἀπομακρυσμένες ἀπὸ τὸ κονωνικὸ γίγνεσθαι. Ἡ ἐκμάθησή της δὲν ἀφορᾶ ἐπαγγελματίες γραφεῖς, ὅπως στὴν Αἴγυπτο καὶ ἄλλες χῶρες τῆς Ἀνατολῆς, ἀλλὰ ὅλους τοὺς πολῖτες ποὺ τὴν μαθαίνουν εἴτε περιστασιακὰ μέσα ἀπὸ τὴν καθημερινὴ χρήση, εἴτε στὰ πλαίσια τῆς οἰκογένειας. Στὴν μακρινὴ Αἴγυπτο οἱ Φαραὼ χρησιμοποιοῦσαν Ἕλληνες μισθοφόρους-ἐπαγγελματίες στρατιῶτες. Σὲ μιὰ ἐκστρατεία τοῦ Φαραὼ Ψαμμήτιχου τοῦ Β΄ (595-589 π.Χ.) στὴν Νουβία τὸ 591 π.Χ., Ἕλληνες στρατιῶτες χάραξαν τὰ ὀνόματά τους στὰ κάτω ἄκρα κολοσσιαίων ἀγαλμάτων τοῦ Φαραὼ Ραμσῆ τοῦ Β΄ μπροστὰ στὸν ναὸ τοῦ «Abu Simbel» στὴν Νουβία. Αὐτὴ ἡ δημοκρατικὴ κατάκτηση, ὅπως ἦταν φυσικό, ἐξαπλώνεται γρήγορα σὲ ἀρκετὲς περιοχές, μὲ τὶς ὁποῖες ὁ ἑλληνικὸς κόσμος διατηροῦσε ποικίλες σχέσεις.


Μὲ τὴν ἐπανάσταση τῆς ἀλφαβητικῆς γραφῆς, ποὺ ἐπινόησαν καὶ ἐξέλιξαν οἱ Ἕλληνες, πραγματοποιεῖται ἕνα τεράστιο βῆμα σὲ ὅλα τὰ ἐπίπεδα τῆς κοινωνικῆς, οἰκονομικῆς καὶ φυσικὰ τῆς πνευματικῆς ζωῆς. Ἡ λογοτεχνικὴ ἔκφραση βρίσκει μέσο νὰ ἐκφραστεῖ καὶ μάλιστα στὶς πιὸ δύσκολες ἀποχρώσεις της. Ἡ διάσωση τῶν ὁμηρικῶν ἐπῶν ἐξασφαλίστηκε χάρη στὴν γραφή, μὲ τὴν γνωστὴ ἀπόφαση τοῦ Πεισίστρατου τὸν 6ο αἰῶνα νὰ τὰ καταγράψει καὶ νὰ τὰ διασώσει σὲ μιὰ μόνιμη μορφὴ (Vulgata). Αὐτὴ η πρωτόφαντη δυνατότητα καθιστᾶ τὴν ἐπιστημονικὴ σκέψη κτῆμα τῶν πολλῶν καὶ παράλληλα τῆς παρέχει τὸ ἐργαλεῖο γιὰ τὴν ἔκφραση καὶ τῶν πιὸ λεπτῶν ἐκφάνσεων τῆς φιλοσοφικῆς ἐπίνοιας.


Τὰ ἀποφθέγματα τοῦ «σκοτεινοῦ» Ἐφέσιου, ἡ πλατωνικὴ φιλοσοφία, ἡ ἀκρίβεια τῆς ἀριστοτελικῆς λογικῆς διατυπώνονται μὲ σαφήνεια καὶ εὐστοχία, συζητοῦνται καὶ ἀναλύονται στὶς φιλοσοφικὲς σχολές, χάρη στὴν ἐκφραστικὴ δυνατότητα τοῦ γλωσσικοῦ ἐργαλείου  ποὺ ἡ ἀλφαβητικὴ γραφὴ παρεῖχε. Τὰ Ἠθικὰ Νικομάχεια τοῦ Ἀριστοτέλη ἀποτελοῦν σημειώσεις τῶν παραδόσεων ποὺ ἔκανε στὴν φιλοσοφικὴ σχολὴ τοῦ Λυκείου ὁ Σταγειρίτης φιλόσοφος. Πληροφορίες θέλουν τὸν Ἡράκλειτο νὰ καταθέτει τὸ χειρόγραφο τῶν φιλοσοφικῶν του ἀποφθεγμάτων στὸν Ναὸ τῆς Ἀρτέμιδας στὴν Ἐφεσο, ἐνῷ ὁ Περικλῆς ἔγραφε τοὺς λόγους του, πρὶν τοὺς ἐκφωνήσει.


Τὸν 5ο αἰῶνα ἀρχιτέκτονες, ὅπως ὁ Ἰκτῖνος, ὁ τραγικὸς ποιητὴς Σοφοκλῆς, ὁ γλύπτης Πολύκλειτος καὶ ὁ φιλόσοφος Ἀναξαγόρας δημοσιοποίησαν γραπτῶς τὶς ἀπόψεις τους γιὰ τὰ προβλήματα τῆς τέχνης καὶ τῆς ἐπιστήμης. Παράλληλα ἡ γραφὴ διασώζει, ἀλλὰ καὶ δίνει καὶ τὴν σχετικὴ βαρύτητα τοῦ γραπτοῦ λόγου στὰ ψηφίσματα καὶ τοὺς νόμους, τὰ ὁποῖα δημοσιοποιοῦνται σὲ κοινὴ θέα καὶ δεσμεύουν ἄρχοντες καὶ ἀρχομένους, ἀμφισβητοῦνται καὶ γίνονται ἀντικείμενο σύγκρισης μὲ αὐτὰ τῶν ἄλλων πόλεων. Δὲν εἶναι δύσκολο νὰ κατανοηθεῖ ὅτι μὲ τὸν τρόπο αὐτὸν γεννιέται σιγὰ-σιγὰ ἡ κριτικὴ σκέψη καὶ ἐκ τῶν πραγμάτων καλλιεργεῖται ἡ ἀπαίτηση τοῦ ὑπεύθυνου πολίτη ὁ ὁποῖος διαβάζει, κρίνει συγκρίνει καὶ ἀποφαίνεται. Ὅλη αὐτὴ ἡ δραστηριότητα καὶ οἱ ζυμώσεις ποὺ προκάλεσε μποροῦμε νὰ καταλάβουμε τὴν τεράστια ὤθηση ποὺ ἔδωσαν στὴν ἐξέλιξη καὶ τῆς τέχνης καὶ τῆς ἐπιστήμης.
Εἶναι προφανὲς ὅτι ἡ ἀλφαβητικὴ γραφὴ τοῦ ἀρχαιοελληνικοῦ κόσμου ἀπεικόνισε τὴν ζωὴ σὲ ὅλες της τὶς ἐκφράσεις καὶ μὲ τὶς πιὸ λεπτές της ἀποχρώσεις. Αὐτὴ ἡ δυνατότητα, ὅπως προαναφέρθηκε, βασίστηκε στὴν ἀναλυτικὴ ἐκφραστικὴ δύναμη τῆς γλώσσας ποὺ ἑδράζεται στὴν ποικιλία τῶν γραμμάτων καὶ τῶν συνδυασμῶν τους, ἐνῷ παράλληλα ἄσκησε καὶ τὸν νοῦ νὰ καταγράφει καὶ νὰ ἐπινοεῖ διαφορετικὲς γλωσσικὲς μορφές, προκειμένου νὰ ὀνομάσει τὰ ἀντικείμενα καὶ τὶς καταστάσεις τοῦ κόσμου τὸν ὁποῖον συνελάμβανε.

Τὸ παρὸν τῆς ἑλληνικῆς γραφῆς.


Ἡ ἑλληνικὴ γραφή, ἔτσι ὅπως ἀποδίδεται σήμερα, εἶναι ἱστορικὴ, ἀπεικονίζει δηλαδὴ γράμματα τὰ ὁποῖα σὲ πολλὲς περιπτώσεις δὲν ἀποδίδει φωνητικά, ὅπως προφέρονταν στὸ παρελθόν. Αὐτὸ τὸ γεγονὸς ἔχει κάνει πολλοὺς νὰ σκεφθοῦν ὅτι θὰ ἦταν ἐφικτὴ μία ἁπλοποίηση τῆς γραφῆς, ἔτσι ὥστε ὁ φθόγγος i, γιὰ παράδειγμα, νὰ γράφεται μὲ ἕνα γράμμα, εἴτε πρόκειται γιὰ τὸ οι ,το ει, τὸ η ἢ τὸ ι. Μιὰ τέτοια προοπτικὴ ὅμως συνιστᾶ πραγματική, χωρὶς ὑπερβολή, καταστροφὴ τῶν πηγῶν τῆς ἱστορικότητας ποὺ διαθέτει ἡ γλῶσσα, γιατὶ αὐτὴ ὡς ζωντανὸς ὀργανισμὸς ἀπεικονίζει καὶ ἐκφράζει μὲ τὶς συλλαβὲς, τὰ γράμματά καὶ τὶς λέξεις της τὸν πολιτισμὸ ἑνὸς ἑκάστου λαοῦ στὴν διαχρονική του πορεία. Ἂν καταργήσεις αὐτὴν τὴν ἱστορικὴ γραφή, καταδικάζεις στὴν λήθη τὸν πολιτισμό σου καὶ ὁδηγεῖς στὴν ἀμάθεια τὶς γενιὲς ποὺ ἔρχονται, ἀφοῦ δὲν θὰ μποροῦν νὰ ἑρμηνεύσουν ἐτυμολογικὰ τὴν προέλευση τῶν λέξεων, ἀδυνατῶντας ἔτσι νὰ εἰσέλθουν στὶς πηγὲς τῆς γλωσσικῆς τους ἱστορίας. Γιὰ παράδειγμα ἡ λέξη εἰρήνη, ἂν «ἁπλοποιηθεῖ», θὰ γράφεται *ιρίνι. Πόση δυνατότητα ἀπομένει στὸν νέο ἄνθρωπο ποὺ μαθαίνει τὴν γλῶσσα νὰ ἀντιληφθεῖ ὅτι ἡ λέξη ἐτυμολογεῖται ἀπὸ τὸ ἀρχαιοελληνικὸ ρῆμα εἴρω ποὺ σημαίνει συνδέω, ἑνώνω, καὶ νὰ συνειδητοποιήσει ὅτι ἡ εἰρήνη λοιπὸν εἶναι αὐτὴ ποὺ ἑνώνει τοὺς ἀνθρώπους καὶ τοὺς κρατάει σὲ ἁρμονία.


Σταδιακὰ αὐτὴ ἡ προτεινόμενη «ἁπλοποίηση» θὰ ὁδηγήσει σὲ μιὰ σαρωτικὴ ὁμοιομορφία τῆς γραφῆς τῆς ὁποίας τὸ ἑπόμενο στάδιο θὰ εἶναι ἡ ἀπόδοσή της μὲ λατινικοὺς χαρακτῆρες μὲ ὅ,τι μπορεῖ νὰ σημαίνει αὐτὸ τὸ γεγονὸς γιὰ τὴν ἐθνικὴ ταυτότητα καὶ τὴν ἱστορία. Ταυτόχρονα καθίσταται ἡ γλωσσικὴ παιδεία προνόμιο ὀλίγων ἐρευνητῶν καὶ κατὰ ἕναν παράδοξο τρόπο ἡ ἑλληνικὴ δημοκρατικὴ κατάκτηση τῆς ἀλφαβητικῆς γραφῆς χάνεται καὶ τὴν θέση της παίρνει μιὰ μορφὴ ἐπικοινωνιακοῦ κώδικα-ὄχι πιὰ γλῶσσα-ποὺ ἐπιδιώκει μόνο τὴν χρηστικὴ πληροφορία.

Θυμίζει ἡ διαφαινόμενη προοπτικὴ τὴν περίφημη ὀργουελικὴ «Newspeak», τὴν Νέα Γλῶσσα, ποὺ στόχο ἔχει νὰ καταργήσει μέσῳ τῆς γλωσσικῆς διαστροφῆς τὴν σκέψη καὶ τὴν κριτικὴ μὲ ἀπώτερη ἀσφαλῶς ἐπιδίωξη νὰ ἐλέγξει καὶ να διαβουκολήσει τοὺς ἀνθρώπους. Τὰ λάθη ποὺ ἔγιναν καὶ συνεχίζουν νὰ γίνονται στὴν διδασκαλία τῆς Ἑλληνικῆς Γλώσσας δὲν δικαιολογοῦν σὲ καμμία περίπτωση τὴν ἑκούσια καταστροφὴ καὶ συρρίκνωσή της. Ἡ σωστὴ διδασκαλία τῆς Ἑλληνικῆς σὲ ὅλες τὶς μορφὲς μὲ διαχρονικὴ προσέγγιση, μὲ τὴν χρήση, πάντα μὲ μέτρο, τῶν νέων τεχνολογιῶν καὶ τῶν ἐξαιρετικῶν δυνατοτήτων ποὺ αὐτὲς παρέχουν, καθὼς καὶ ἡ μύηση στὴν πλούσια λογοτεχνική μας παραγωγὴ ἀποτελοῦν τὶς ἀσφαλιστικὲς δικλεῖδες, γιὰ νὰ καταρτίσουμε πνευματικὰ καὶ νὰ καλλιεργήσουμε γλωσσικὰ τοὺς νέους ἀνθρώπους, νὰ τοὺς βοηθήσουμε νὰ διαβάζουν καὶ νὰ ἀπολαμβάνουν τὴν ἀνεξάντλητη δυνατότητα τῆς Ἑλληνικῆς Γλώσσας νὰ κλείνει μέσα της καὶ τὰ πιὸ φανταχτερὰ σκιρτήματα τῆς σκέψης.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ


Ἀνδρόνικος, Μ., «Ἡ ἑλληνική γραφὴ», στὸ: Ἱστορία τοῦ ἑλληνικοῦ ἔθνους, τ. Β,΄Ἀθήνα 1971, σσ. 196-201.
Βερτουδάκης,Βασίλειος. Προέλευση, ἐξέλιξη καὶ διάδοση τοῦ ἑλληνικοῦ ἀλφαβήτου https://www.academia.edu/5520533/%CE%A0%CF%81%CE%BF%CE%AD%CE%BB%CE%B5%CF%85%CF%83%CE%B7_%CE%B5%CE%BE%CE%AD%CE%BB%CE%B9%CE%BE%CE%B7_%CE%BA%CE%B1%CE%B9_%CE%B4%CE%B9%CE%AC%CE%B4%CE%BF%CF%83%CE%B7_%CF%84%CE%BF%CF%85_%CE%B5%CE%BB%CE%BB%CE%B7%CE%BD%CE%B9%CE%BA%CE%BF%CF%8D_%CE%B1%CE%BB%CF%86%CE%B1%CE%B2%CE%AE%CF%84%CE%BF%CF%85_Greek_alphabet_origin_evolution_and_dissemination_
Κοπιδάκης, Μ.Ζ. (ἐπιμ.), Ἱστορία τῆς Ἑλληνικῆς γλώσσας, Ἀθήνα 1999.
Μίσσιου, Ἄννα. (2007) Γραφὴ καὶ ἑλληνικὴ γλῶσσα. Θεσσαλονίκη: Ἰνστιτοῦτο Νεοελληνικῶν Σπουδῶν [Ἵδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη]
Μπαμπινιώτης, Γ., Συνοπτικὴ ἱστορία τῆς ἑλληνικῆς γλώσσας, Ἀθήνα 1985.
Thomas, R. 1996. Γραπτὸς καὶ προφορικὸς λόγος στὴν ἀρχαία Eλλάδα. Μτφρ. Δημήτρης Κυρτάτας. Ἡράκλειο: Πανεπιστημιακὲς Ἐκδόσεις Κρήτης.
Χριστίδης, Α.-Φ. 2005. Ἱστορία τῆς ἀρχαίας ἑλληνικῆς γλώσσας. Θεσσαλονίκη: Ἰνστιτοῦτο Νεοελληνικῶν Σπουδῶν [Ἵδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη].

 

* Ὁ Σεραφεὶμ Γ. Κωνσταντίνου είναι Φιλόλογος.

http://www.enromiosini.gr/arthrografia/%CF%84%CE%BF-%CE%B5%CE%BB%CE%BB%CE%B7%CE%BD%CE%B9%CE%BA%CE%BF-%CE%B1%CE%BB%CF%86%CE%B1%CE%B2%CE%B7%CF%84%CE%BF/

 

**Ὑπάρχει καὶ ἄλλη θεωρία, ἡ ὁποία δὲν παραδέχεται ὡς ἐπικρατέστερη τὴν ἄποψη αὐτὴ καὶ ἀποδεικνύει ἐπιστημονικὰ τὴν «ατοχθονία» τοῦ Ἑλληνικοῦ ἀλφαβήτου. Διαβάστε τὸ ἄρθρο τῆς κυρίας Μαρίας Μαντουβάλου, Ἀναπληρώτριας Καθηγήτριας τῆς Φιλοσοφικῆς Σχολῆς τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν.

 

**Εικόνα 1Ἡ Οἰνοχόη τοῦ Διπύλου.Ἐθνικό-Ἀρχαιολογικὸ Μουσεῖο

 

Σχεδιασμός και Κατασκευή
JIT