ΟΜΙΛΙΑ ΑΛΕΞΑΝΔΡΑΣ ΡΟΖΟΚΟΚΗ - 09.01.2017
Η ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ:
ΠΙΘΟΣ ΑΓΑΘΩΝ
τῆς Ἀλεξάνδρας Ροζοκόκη*
Ἡ Ἀρχαία Ἑλληνικὴ Γλῶσσα ὁμιλήθηκε στὸ μεγαλύτερο μέρος τοῦ γνωστοῦ μας ἑλλαδικοῦ χώρου, στὴν Κύπρο, στὶς ἑλληνικὲς ἀποικίες τῆς Μ. Ἀσίας, τοῦ Εὔξεινου Πόντου, τῆς Κ. Ἰταλίας/Σικελίας καὶ τῆς βόρειας Ἀφρικῆς ἀπὸ τὸν 15ο αἰ. π.Χ. μέχρι χοντρικὰ τὸν 4ο αἰ. μ.Χ. Ἐπειδή δὲν σημειώθηκε καμία οὐσιαστικὴ ρήξη μεταξὺ ἀρχαίας καὶ σύγχρονης ἑλληνικῆς, ἡ ἑλληνικὴ εἶναι ἡ μόνη ἰνδοευρωπαϊκὴ γλῶσσα μὲ τὴν μεγαλύτερη μαρτυρημένη ἱστορία· μέχρι στιγμῆς οἱ ἀρχές της ἀνάγονται γύρω στὸ 1500 π.Χ. Ἡ Ἀρχαία Ἑλληνικὴ ἀπαρτίζεται ἀπὸ ἕνα σύνολο διαλέκτων ὅπως ἡ ἰωνικὴ - ἀττική, ἡ ἀρκαδοκυπριακή, ἡ αἰολικὴ καὶ ἡ δωρικὴ διάλεκτος. Σ' αὐτὲς πρέπει νὰ προστεθεῖ ὡς ξεχωριστὴ διάλεκτος ἡ μυκηναϊκή, δηλ. ἡ ἀρχαϊκότερη μορφὴ τῆς Ἑλληνικῆς Γλώσσας. Τ΄ἀρχαῖα ἑλληνικὰ ἐπιστημονικά, ἱστορικά, λογοτεχνικά, φιλοσοφικὰ κι ἄλλου εἴδους κείμενα εἶναι γραμμένα σὲ μία ἀπὸ τὶς προαναφερθεῖσες διαλέκτους.
Παρὰ τὶς κατὰ τόπους διαφορὲς σὲ φωνολογικό, μορφολογικὸ ἢ σημασιολογικὸ ἐπίπεδο, οἱ ἀρχαῖοι Ἕλληνες ἔκριναν ὅτι μιλοῦσαν μία κοινὴ γλῶσσα. Ἰσχυρίζονταν μάλιστα ὅτι τὴν βάση τοῦ ἑλληνικοῦ γένους ἀποτελοῦσαν τὸ ἴδιο αἷμα, ἡ ἴδια γλῶσσα, ἡ κοινὴ θρησκεία καὶ τὰ κοινὰ ἔθιμα (Ἡρόδ. 8.144).
Ἡ Ἀρχαία Ἑλληνικὴ Γραμματεία περιλαμβάνει γραπτὰ μνημεῖα τέτοιας ποιότητας ὥστε ἀνὰ τοὺς αἰῶνες κρίθηκαν ἀπὸ τὸν πολιτισμένο κόσμο ὡς ἀνώτατα πνευματικὰ δημιουργήματα. Ποιητὲς ὅπως ὁ σοφὸς Ὅμηρος, ὁ διδακτικὸς Ἡσίοδος, ἡ ἐκλεπτυσμένη Σαπφώ, ὁ στοχαστικὸς Σόλων, ὁ πατριώτης Τυρταῖος, ὁ ἐπιδέξιος Σιμωνίδης, ὁ ἄφθαστος Πίνδαρος, ὁ εὐφραδὴς Βακχυλίδης, ὁ μεγαλόπρεπος Αἰσχύλος, ὁ μελίρρυτος Σοφοκλῆς, ὁ ἀνατρεπτικὸς Εὐριπίδης, ὁ εὐφυέστατος Ἀριστοφάνης, ὁ πολυμαθὴς Καλλίμαχος, ὁ χαριτωμένος Θεόκριτος, ἱστοριογράφοι ὅπως ὁ ἐντυπωσιακὸς Ἡρόδοτος, ὁ φιλαλήθης Θουκυδίδης, ὁ ἠθικὸς Πλούταρχος, ρήτορες ὅπως ὁ κομψὸς Γοργίας, ὁ δεινὸς Δημοσθένης, ὁ ἱκανὸς Αἰσχίνης, ὁ χαρισματικὸς Ἀντιφῶν, ὁ ἀνθρωπιστὴς Ἰσοκράτης, ὁ ἐξέχων Αἴλιος Ἀριστείδης, φιλόσοφοι ὅπως ὁ ἰδιοφυὴς Ἡράκλειτος, ὁ ρηξικέλευθος Δημόκριτος, ὁ ὀρθολογιστὴς Ἀναξίμανδρος, ὁ πλουσιοπάροχος Πλάτων, ὁ ἀστείρευτος Ἀριστοτέλης καὶ ἐπιστήμονες ὅπως οἱ σπουδαῖοι ἰατροὶ Ἱπποκράτης καὶ Γαληνός, ὁ ἐφευρετικὸς Ἀρχιμήδης, ὁ πανεπιστήμων Ἐρατοσθένης, κ.ἄ. διδάσκουν, τέρπουν, συγκινοῦν, προσφέρουν χαρά, ἀκονίζουν τὴν εὐφυΐα, ἐξάπτουν τὴν φαντασία, βαθαίνουν τὴν σκέψη, προάγουν τὴν δημιουργικὴ σκέψη, αὐξάνουν τὴν εὐγλωττία, δυναμώνουν τὴν ἐπίγνωση, προωθοῦν τὴν εὐθυκρισία· μὲ δύο λόγια μορφώνουν τὸν ἀναγνώστη σμιλεύοντας κατὰ τρόπο ἀγαθὸ τὸ πνεῦμα καὶ τὴν ψυχή του.
Στὰ γραπτά τους σκιαγραφοῦνται κατὰ τέλειο τρόπο ὅλοι οἱ ἀνθρώπινοι χαρακτῆρες καὶ συμπεριφορές· προβάλλει ὁ δίκαιος κι ἐνάρετος βίος, τὸ γενναῖο κι ἐλεύθερο φρόνημα· στηλιτεύεται τὸ κυνήγι γιὰ τὴν κατάκτηση ἢ διατήρηση τῆς ἐξουσίας καὶ τοῦ πλούτου ὅταν αὐτὸ συμβαδίζει μὲ τὴν βία, τὴν ἀνομία, τὴν ψευτιὰ ἢ τὴν ὑποκρισία· κηρύττεται τὸ μέτρο στὰ λόγια καὶ στὶς πράξεις, ὁ σεβασμὸς στοὺς νόμους καὶ στὸν ἄνθρωπο· καταδικάζεται ἡ ὕβρις, ὁ φθόνος, ἡ ἀλαζονεία, ἡ ἀρχομανία, ὁ τυχοδιωκτισμὸς καὶ ἡ δημαγωγία· ἐπαινεῖται ἡ ἁπλότητα, ἡ εὐσέβεια, ἡ αὐτάρκεια, ἡ ἀνδρεία, ὁ πατριωτισμός, ἡ ἅμιλλα καὶ τὸ ἀθλητικὸ πνεῦμα· ὁροθετεῖται ἡ εὐνομία καὶ ἡ εὐτυχία· ὁρίζεται ἡ σωστὴ πολιτικὴ διακυβέρνηση, διότι χωρὶς αὐτὴν ἡ πόλη μοιάζει μὲ πλοῖο ποὺ κλυδωνίζεται σὲ τρικυμισμένο πέλαγος· καταδικάζεται ἡ ἀναρχία, ἡ κακοδιοίκηση, ἡ τυραννία· συζητεῖται τὸ θέμα τῆς ἐλευθερίας καὶ τῶν ὁρίων της, ἡ ἀβεβαιότητα καὶ τὸ ἐφήμερο τοῦ ἀνθρώπινου βίου, ὁ καταμερισμὸς τῆς εὐθύνης τοῦ ἀνθρώπου γιὰ τὶς συμφορὲς ποὺ τὸν βρίσκουν, ἡ ἀξία τοῦ ἄγραπτου καὶ γραπτοῦ δικαίου, τὸ θέμα τῆς τιμῆς, τῆς αἰδοῦς, τῆς αἰσχύνης, τῆς ἀτίμωσης· ὑψώνεται ἡ ἀδελφικὴ ὁμόνοια ἐνῶ καυτηριάζεται ἡ ἀδελφοκτόνος ἔριδα· περιγράφονται μὲ πληρότητα τὰ δεινὰ τοῦ πολέμου· ἀναδεικνύεται ἡ ἀγάπη πρὸς τὴν ζωή, τὶς χαρές, τὰ γλέντια· ἐπιδοκιμάζεται ὁ ἔρωτας - ἀποδοκιμάζεται τὸ πάθος· προάγεται ἡ πίστη στὴν δύναμη τοῦ νοῦ καὶ ἡ λύτρωση ἀπὸ τὴν δεισιδαιμονία· δίνεται προβάδισμα στὸ συλλογικὸ ἔναντι τοῦ ἀτομικοῦ καλοῦ, στὸν ἀλτρουισμὸ ἔναντι τῆς φιλαυτίας· ἐπιχειρεῖται ἡ ἑρμηνεία τῆς φύσης καὶ τοῦ σύμπαντος κόσμου, παρέχονται πληροφορίες γι' ἄλλους ἀρχαίους λαοὺς καὶ ἀξιόλογους πολιτισμούς, κ.λπ.
Ὁ ἀρχαῖος ἑλληνικὸς πολιτισμὸς γονιμοποίησε κάθε τομέα τοῦ ρωμαϊκοῦ πολιτισμοῦ.
Μετὰ τοὺς Σκοτεινοὺς Αἰῶνες τὸ δυτικὸ εὐρωπαϊκὸ πνεῦμα ποὺ βρισκόταν σὲ λήθαργο, δέχθηκε τὸ δημιουργικὸ ἐρέθισμα ἀπὸ τὴν ἀνακάλυψη τοῦ Ἑλληνικοῦ Πολιτισμοῦ. Ἡ ἀφύπνιση ἄρχισε σιγὰ σιγὰ γύρω στὸ 1100 μ.Χ., ὥσπου μεταξὺ 1400 καὶ 1600 ἡ δυτικὴ Εὐρώπη ἄδραξε τὶς τέχνες καὶ τὰ ἰδεώδη τῆς κλασικῆς Ἑλλάδας καὶ Ρώμης. Ἀφοῦ τ' ἀφομοίωσε μὲ ζῆλο, ἀναγεννήθηκε· ἔτσι μπόρεσε νὰ πλάσει νέα σκέψη καὶ τέχνη, θεμελιώνοντας τὸν νεώτερο πολιτισμό. Στὴν ἀναγεννημένη Ἰταλία, Γαλλία, Ὁλλανδία, Γερμανία καὶ Ἀγγλία οἱ ἀρχαῖοι Ἕλληνες βρῆκαν καινούρια πατρίδα.
Γιὰ νὰ περιγράψει κανεὶς τὴν προσφορὰ τοῦ ἑλληνικοῦ πρὸς τὸν εὐρωπαϊκὸ πολιτισμό, ἀρχίζει μὲ τ' ἀλφάβητο: τὰ εὐρωπαϊκὰ ἀλφάβητα προέρχονται ἀπὸ τὸ ἑλληνικὸ εἴτε μέσω τοῦ λατινικοῦ ἀλφαβήτου τὸ ὁποῖο ἦταν δάνειο ἀπὸ τὸ ἑλληνικό, ἢ ἄμεσα ὅπως συνέβη μὲ τὰ ἔθνη τῆς ἀνατολικῆς Εὐρώπης.
Μεγάλη ἐπίδραση ἄσκησε ἡ Ἀρχαία Ἑλληνικὴ Γλῶσσα στὶς κύριες εὐρωπαϊκές. Μέσω τῆς λατινικῆς ἢ ἀπ' εὐθείας, μεταβιβάστηκε στὴν Εὐρώπη ἕνα μεγάλο μέρος τοῦ ἑλληνικοῦ γλωσσικοῦ πλούτου. Ἀπὸ τὴν ἑλληνικὴ δανείστηκαν οἱ ὑπόλοιποι Εὐρωπαῖοι τοὺς βασικοὺς ὅρους στὸν χῶρο τῶν ἐπιστημῶν, τῆς λογοτεχνίας, τῆς τέχνης. Ἀπ' αὐτὴ τὴν ἄποψη, τ' Ἀρχαῖα Ἑλληνικὰ δὲν εἶναι νεκρὴ γλῶσσα. Γιὰ παράδειγμα ἡ λ. ἐκκλησία σήμαινε στὰ κλασικὰ χρόνια τὴν «ἐκκλησία τοῦ δήμου», δηλ. τὴν συγκέντρωση τῶν Ἀθηναίων πολιτῶν στὴν Πνύκα προκειμένου ν' ἀποφασίσουν γιὰ ὑποθέσεις τῆς πόλεως. Στὴν Καινὴ Διαθήκη ἡ λέξη χρησιμοποιήθηκε γιὰ ν' ἀποδώσει τὴν «κοινότητα χριστιανῶν». Ἀπὸ τὸ λατινικὸ ecclesia προῆλθαν οἱ νεολατινικοὶ τύποι iglesia, église, chiesa, κ.λπ.
Μέσω τῶν Γότθων πέρασε στὶς γερμανικὲς γλῶσσες τὸ ἐπίθετο κυριακὸν (ἐνν. δῶμα), δηλ. «σπίτι τοῦ Κυρίου»· πρόκειται γιὰ ἕναν ὅρο ποὺ χρησιμοποιοῦσαν τὴν ἐποχὴ τοῦ Μ. Κωνσταντίνου. Ἀπὸ τὸ ἑλληνικὸ ἐπίθετο «κυριακὸν» προῆλθε τὸ γερμανικὸ «Kirche», τὸ ὁλλανδικὸ «Kerk», τὸ ἀγγλικὸ «Church», κ.λπ., τὰ ὁποῖα σημαίνουν «ναός».
Ὁ Πλάτων (Θεαίτ. 182a) χρησιμοποίησε τὸν ὅρο «ποιότης», ἀπολογούμενος μάλιστα μήπως ἠχεῖ παράξενα. Ὁ Ἀριστοτέλης τὸν ἀποδέχθηκε ὡς τεχνικὸ ὅρο καὶ ὁ Κικέρων τὸν ἀπέδωσε στὰ λατινικὰ μὲ τὸ «qualitas», ἀπ' ὅπου ἔχει προέλθει τὸ ἰταλικὸ «qualità», τὸ γαλλικὸ «qualité», τὸ γερμανικὸ «Qualität», τὸ ἀγγλικὸ «quality», κ.λπ.
Ὁ γνωστὸς ἑλληνιστὴς Francisco Adrados ἔχει ἐπισημάνει τέτοια πληθώρα ἑλληνικῶν λέξεων στὰ λεξιλόγια τῶν κύριων εὐρωπαϊκῶν γλωσσῶν ὥστε μιλᾶ γιὰ ἕνα ζωντανὸ καὶ συνεχῶς ἐξελισσόμενο ὑπόβαθρο ποὺ καθιστᾶ τὶς εὐρωπαϊκὲς γλῶσσες ὡς ἕνα εἶδος ἡμιελληνικὰ ἢ κρυπτοελληνικὰ (2000 μτφρ. Lecumberri, 22, 447 κ.ἑ.)
Μὲ τὴν σπουδὴ τῆς γλώσσας ἀσχολήθηκαν οἱ σοφιστὲς τὸν 5ο αἰ. π.Χ., ἐνῶ οἱ στωϊκοὶ φιλόσοφοι θεωροῦνται ὡς οἱ οὐσιαστικοὶ δημιουργοὶ τῆς γραμματικῆς. Παρ' ὅλο ποὺ οἱ Ἰνδοὶ ἀπὸ τὸν 4ο αἰ. π.Χ. εἶχαν ἀναπτύξει τὴν γραμματικὴ περιγράφοντας λεπτομερῶς τὰ σανσκριτικά, τὸ ἔργο τους δὲν ἐπέδρασε στὴν Δύση. Ἀντιθέτως, ἡ Γραμματικὴ Τέχνη τοῦ Διονυσίου Θρακὸς (2ος αἰ. π.Χ.), μεταφράστηκε κι ἐπέδρασε στοὺς ἀνατολικοὺς λαούς, ὑπῆρξε ἡ βάση γιὰ τὴν διδασκαλία τῆς γλώσσας στὸ Βυζάντιο καὶ μέσω τῆς λατινικῆς γραμματικῆς ἄσκησε μακρὰ ἐπίδραση στὴν Εὐρώπη ἀπὸ τὴν Ἀναγέννηση μέχρι τὸν 18ο αἰ.
Ἡ σπουδὴ τῆς ρητορικῆς ποὺ ἐγκαινιάστηκε μὲ τὸν σικελιώτη Γοργία, μεταφυτεύθηκε στὴν Ρώμη ἀπὸ τὸν Κικέρωνα καὶ τὸν Κοϊντιλιανό. Ἐπανεμφανίστηκε τὸν 11ο αἰ., κι ἀπὸ τότε σ' ὅλη τὴν Εὐρώπη ἔχουν ὑιοθετηθεῖ οἱ ἀρχὲς τῆς ρητορικῆς τέχνης ὅπως τὶς καθόρισαν ὁ Γοργίας, ὁ Ἰσοκράτης καὶ ὁ Ἀριστοτέλης.
Ἡ διαλεκτικὴ μέθοδος ποὺ ἀνέπτυξε ὁ Πλάτων γιὰ τὴν ἀνεύρεση τῆς ἀλήθειας, βρῆκε καταπληκτικοὺς μιμητὲς στὴν Ρώμη (Κικέρων, ἱερὸς Αὐγουστῖνος), ἐνῶ σημείωσε μεγάλη ἐπιτυχία κατὰ τοὺς νεώτερους χρόνους μὲ ἀφετηρία τοὺς πλατωνιστὲς τῆς Ἀναγέννησης.
Ἡ ἱστορικὴ μέθοδος διαμορφώθηκε στὴν ἀρχαία Ἑλλάδα. Ἡ ἀρχαία ἑλληνικὴ πολιτικὴ ἱστορία, βιογραφία, ἐθνογραφία καὶ χρονογραφία ἔθεσαν τὶς βάσεις τῆς νεώτερης εὐρωπαϊκῆς ἱστοριογραφίας.
Μεγάλη ἀξία ἔχει δοθεῖ στὴν ἀρχαία ἑλληνικὴ λογοτεχνία, καθὼς μεταξὺ ἄλλων προβάλλει ἠθικὲς καὶ πνευματικὲς ἀρετὲς ποὺ ἄντεξαν στὴν δοκιμασία τοῦ χρόνου. Ὅλοι οἱ σπουδαῖοι λογοτέχνες τῆς Δύσης ἀπὸ τὸν Petrarca, μέχρι τὸν Goethe, τόν Schiller, Strindberg, Pirandello, Ezra Pound, Eliot, Beckett, κ.ἄ.π., ἔχουν ἀντλήσει ἀπὸ τοὺς κρουνοὺς τῆς ἀρχαίας ἑλληνικῆς λογοτεχνίας. Ὁ Richard Wagner ἐπεδίωξε μὲ τὰ μουσικά του δράματα μιὰν ἐπιστροφὴ πρὸς τὸ ἀρχαῖο ἑλληνικὸ δρᾶμα.
Τὰ Πολιτικὰ τοῦ Ἀριστοτέλη ποὺ ἀποτελοῦν μελέτη συστηματικῆς πολιτικῆς φιλοσοφίας, διαβάστηκαν πολὺ ἀφ' ὅτου τ' ἀνακάλυψαν Ἰταλοὶ καὶ Γάλλοι τὸν 13ο αἰ. Κατὰ τὸν ὕστερο Μεσαίωνα, τὰ Πολιτικὰ ἔγιναν σημαντικὸ ὅπλο στὰ χέρια Ἰταλῶν καὶ Ἑλβετῶν στοὺς ἀγῶνες τους γι' αὐτονομία. Ἡ Πολιτεία τοῦ Πλάτωνα καὶ τὰ Πολιτικὰ τοῦ Ἀριστοτέλη ἐξακολουθοῦν νὰ ἐπηρεάζουν ἄμεσα τὴν σύγχρονη πολιτικὴ φιλοσοφία, συμπεριλαμβανομένου τοῦ μαρξισμοῦ.
Τὰ ἱπποκρατικὰ συγγράμματα καὶ τὸν Γαληνὸ μελετοῦσαν στὶς εὐρωπαϊκὲς ἰατρικὲς σχολὲς μέχρι τὸν προχωρημένο 18ο αἰ., ἐνῶ τὴν περιγραφικὴ ζωολογία τοῦ Ἀριστοτέλη μέχρι τὸ τέλος τοῦ 19ου αἰ.
Ἀκόμα καὶ τὴν ἰδέα τοῦ ἐπιστημονικοῦ ἐρευνητικοῦ κέντρου συνέλαβαν οἱ Ἕλληνες μὲ τὴν δημιουργία τῆς Ἀκαδημίας, τοῦ Λυκείου, τοῦ Μουσείου τῆς Ἀλεξάνδρειας.
Τέλος, θεμελιωτὲς τῆς νεώτερης ἐπιστήμης ὅπως ὁ Κοπέρνικος, ὁ Βεσάλιος, ὁ Τζιορντάνο Μπρούνο, ὁ Γαλιλαῖος, ὁ Νεύτων, κ.ἄ., ἀποκόμισαν ἀπὸ τὴν μελέτη τῆς ἀρχαίας ἑλληνικῆς γραμματείας ὄχι μόνον εἰδικὲς γνώσεις ἀλλὰ διδάχτηκαν πάνω ἀπ' ὅλα τὶ εἶναι πραγματικὴ ἐπιστήμη.
Δυστυχῶς, μετὰ τὸν δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο τὸ κέντρο βάρους τῆς παιδείας μετακινήθηκε γιὰ λόγους χρησιμοθηρικούς. Ἡ ἀπόλυτη ἐξειδίκευση μὲ ἀπόκτηση πρακτικῶν κυρίως γνώσεων, ἡ στροφὴ πρὸς τὴν ἄκρατη τεχνολογία ὑποσκέλισαν τὰ κλασικὰ γράμματα. Ὅμως, ὁ ἄνθρωπος ἀποτελεῖ ὁλότητα πνεύματος καὶ ὕλης. Γιὰ νὰ ἔχει μιὰν ἰσορροπημένη ζωὴ χρειάζεται πρακτικὲς γνώσεις, ἐπιδόσεις στὴν τεχνολογία ἀλλὰ καὶ ἀνθρωπιστικὴ μόρφωση. Κάθε ἐπιστήμονας, λογοτέχνης, καλλιτέχνης, τεχνίτης, ἐπιχειρηματίας ἢ ἐπαγγελματίας θὰ βρεῖ, ἐὰν προσεγγίσει τ' ἀρχαῖα ἑλληνικὰ κείμενα, πλῆθος ἀπὸ θεμελιώδεις ἀρχὲς καὶ ἀξίες τῆς τέχνης, τοῦ ἐπιστητοῦ, τοῦ ἀνθρωπίνου βίου. Θ' ἀποκτήσει γνώσεις ὠφέλιμες γιὰ τὸ ἐπάγγελμά του καὶ γιὰ τὴν ζωή του. Ὁ πλοῦτος του (ὑλικός, ψυχικός, πνευματικὸς) μὲ βεβαιότητα θ' αὐξηθεῖ. Ἐπειδὴ καὶ οἱ ἄνθρωποι τοῦ χρήματος, ὡς ἄνθρωποι ἔχουν σύμφωνα μὲ τὸν Ἀριστοτέλη ἔμφυτη τὴν ἐπιθυμία γιὰ μάθηση (Μετὰ Φυσ. 980a22), ἐὰν ἀποφασίσουν νὰ ἐντάξουν στὸ πολυάσχολο πρόγραμμά τους μία γνωριμία μὲ τ' ἀρχαῖα ἑλληνικὰ γράμματα, τότε θὰ λάβουν ὡς κέρδος τὴν ἀπόδραση πρὸς τὴν γνώση καὶ τὴν χαρά.
Μὲ τὶς πιὸ ἐγκάρδιες εὐχὲς μου γιὰ ἐπιτυχία σ' ὅ,τι καλὸ ἐπιχειρήσετε τὸ 2017!
* Ἡ Δρ Ἀλεξάνδρα Ροζοκόκη εἶναι Ἐρευνήτρια Α΄στὴν Ἀκαδημία Ἀθηνῶν.
Ἐπιλεκτικὴ βιβλιογραφία
Adrados, F. R., Ἱστορία τῆς ἑλληνικῆς γλώσσας ἀπὸ τὶς ἀπαρχὲς ὡς τὶς μέρες μας, μτφρ. A. Villar Lecumberri, Ἀθήνα 2003.
Κονομής, Ν., Οἱ ἀπαρχὲς τῶν ἀνθρωπιστικῶν ἐπιστημῶν στὴν Ἑλλάδα, Πρακτικὰ τῆς Ἀκαδημίας Ἀθηνῶν, τ. 89 Β´ (2014), 119-130.
Ρεγκάκος, Ἀ. (ἐπιμ.), Νεκρὰ γράμματα; Οἱ κλασικὲς σπουδὲς στὸν 21ο αἰῶνα, Ἀθήνα 2002.