ΟΜΙΛΙΑ ΜΙΝΑΣ ΚΑΠΕΛΛΟΥ - 08.01.2017
Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ: ΕΡΓΑΛΕΙΟ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ, ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ
τῆς Μίνας Καπέλλου*
Οἱ μέγιστες τεχνολογικὲς ἀνακαλύψεις τοῦ ἀνθρώπου ἀνάγονται σὲ μία πανάρχαιη ἐποχή, ὅσο κι ἂν αὐτὸ κάποιοι πολὺ συχνὰ τὸ ξεχνοῦν καὶ θεωροῦν τοὺς ἀπώτατους προγόνους μας ὡς πρωτογόνους. Ἡ ἀνακάλυψη τῆς φωτιᾶς καὶ τοῦ τροχοῦ ποὺ ἐξακολουθοῦν νὰ ἀποτελοῦν βασικὰ καὶ ἀναντικατάστατα στοιχεῖα τοῦ ἀνθρώπινου πολιτισμοῦ δόθηκαν ἀπὸ τὸν Τιτᾶνα Προμηθέα καὶ τὸν θεὸ Ἥφαιστο στοὺς ἀνθρώπους, προκειμένου νὰ ἐξασφαλίσουν καλύτερες συνθῆκες ζωῆς, ὅταν ἀκόμη περιφέρονταν ὡς νομάδες στὸν χῶρο ποὺ πολὺ ἀργότερα συγκροτήθηκε σὲ ὀργανωμένες κοινωνίες. Ὁ μῦθος τοῦ Προμηθέα πυρφόρου ποὺ πραγματεύεται ὁ Αἰσχύλος στὴν ὁμώνυμη τραγωδία, δηλώνει τὴν σημασία τῆς συγκεκριμένης ἀνακάλυψης. Ἡ φωτιὰ συνετέλεσε οὐσιαστικὰ στὴν δημιουργία συγκεκριμένων ὁμάδων ποὺ εἶχαν ἕναν καθορισμένο τύπο ὁμιλίας. Ἀκολούθησε ἡ ἐπινόηση τῆς γραφῆς ποὺ στάθηκε καθοριστικὴ γιὰ ὁλόκληρη τὴν ἱστορική μας πορεία. Πρέπει ὅμως νὰ διευκρινίσουμε ὅτι ἡ πρώτη γραφὴ ἐπινοήθηκε τὴν 4η χιλιετία στὴν κοιλάδα τοῦ Εὐφράτη καὶ ἦταν ἰδεογράμματη.
Κατὰ τὴν ἄποψη τοῦ Sir William Jones, ὡς πρώτη γραφὴ ἀναφέρεται ἡ Σανσκριτικὴ γλῶσσα, στὴν ὁποία εἶναι γραμμένα τὰ ἀρχαῖα ἰνδικὰ λογοτεχνικὰ καὶ θρησκευτικὰ κείμενα. Εἶναι τελειότερη ἀπὸ τὴν Ἀρχαία Ἑλληνική, πλουσιότερη ἀπὸ τὴν Λατινικὴ ἀλλὰ ταυτόχρονα συγγενεύει στενὰ καὶ μὲ τὶς δύο, τόσο στὶς ρίζες τῶν ρημάτων, ὅσο καὶ στοὺς γραμματικοὺς τύπους. Ἡ συγγένεια αὐτὴ δὲν μπορεῖ νὰ εἶναι ἕνα τυχαῖο συμπτωματικὸ γεγονός. Εἶναι τόσο ἐντυπωσιακή, ὥστε ὁδηγεῖ τὸν μελετητὴ στὸ συμπέρασμα ὅτι καὶ οἱ τρεῖς αὐτὲς γλῶσσες προέρχονται ἀπὸ μία κοινὴ ἀφετηρία. Αὐτὴ ἡ παρατήρηση τοῦ Sir William Jones καταγράφει μία ἐξαιρετικὰ σημαντικὴ ἀνακάλυψη, τὴν ἀνακάλυψη μιᾶς γλωσσικῆς οἰκογένειας. Ἡ οἰκογένεια αὐτὴ θὰ ὀνομαστεῖ, τὸ 1816, ἀπό τὸν Ἄγγλο γλωσσολόγο Thomas Young ἰνδοευρωπαϊκή. Ἐνδεικτικὰ παραδείγματα συναντᾶμε στὰ οὐσιαστικὰ PITAR- πατὴρ-pater καὶ rex-raja- (μαχαραγιᾶς) ρήγας.
Ἡ Ἰνδοευρωπαϊκὴ δὲν εἶναι βέβαια ἡ μόνη γλωσσικὴ οἰκογένεια. Σαφέστατα ὑπάρχουν κι ἄλλες ποὺ συγκρινόμενες μὲ τὴν ἰνδοευρωπαϊκὴ ὁδηγοῦν στὸ συμπέρασμα ὅτι ὑπάρχουν μακροοικογενειακὲς σχέσεις μὲ τὴν οὐραλική, τὴν καυκασιανὴ καὶ τὴν ἀλταϊκὴ γλωσσικὴ οἰκογένεια.
Τὰ πρῶτα ἀποκρυπτογραφηθέντα γραπτὰ μνημεῖα τῆς Ἑλληνικῆς Γλώσσας εἶναι οἱ πινακίδες τῆς Γραμμικῆς Β γραμμένες σὲ συλλαβικὴ μορφή. Πρόκειται γιὰ κείμενα ποὺ πιστοποιοῦν ὅτι ἤδη ἀπὸ τὸν 13ο αἰῶνα (1300 π.Χ), ἡ Ἑλληνική Γλῶσσα ὑφίσταται ὡς ἰδιαίτερη γλωσσικὴ ὀντότητα. Τὰ κείμενα αὐτὰ ἀναφέρονται κυρίως σὲ οἰκονομικὲς συναλλαγὲς τῶν Μυκηναίων μὲ ἄλλους λαούς. Εἶναι προφανὲς ὅτι οἱ Μυκηναῖοι ἦταν κατακτητές. Πληθώρα μυκηναϊκῶν εὑρημάτων στὶς Μυκῆνες, στὴν Πύλο καὶ ἀπὸ τὸ 1400 στὴν Κρήτη ἀλλὰ καὶ στὰ παράλια τῆς Μ. Ἀσίας καὶ τοῦ Εὐξείνου Πόντου ἀποδεικνύουν τοῦ λόγου τὸ ἀληθές. Κατὰ τὶς ἀνασκαφὲς στὸ ἀνάκτορο τῆς Πύλου βρέθηκαν 1400 πήλινες πινακίδες μὲ διάφορα σύμβολα καὶ ἄλλες 100 στὶς Μυκῆνες. Ἡ γραφὴ αὐτὴ εἶναι ἴδια μὲ τὸ νεώτερο εἶδος γραφῆς ποὺ χρησιμοποιοῦνταν στὴν Κνωσσό, ὀνομάσθηκε γραμμικὴ Β καὶ ἀποκρυπτογραφήθηκε ἀπὸ τὸν M.Ventris, τo 1952. Ἔχει πλέον ἀποδειχθεῖ ὅτι ἡ Γραμμικὴ γραφὴ Β εἶναι ἐξέλιξη τῆς Μινωϊκῆς γραφῆς ποὺ ὀνομάστηκε γραμμικὴ Α καὶ βρέθηκε χαραγμένη σὲ πηλὸ ἢ πετρώματα . Τὸ πλέον γνωστὸ δεῖγμα βρίσκεται στὸν περίφημο δίσκο τῆς Φαιστοῦ.
Εἶναι γενικὰ ἀποδεκτὸ ὅτι ἡ διαμόρφωση κάθε γλώσσας εἶναι σὲ σημαντικὸ ποσοστὸ προϊὸν τῆς συνάντησής της μὲ ἄλλες γλῶσσες. Οἱ ἀρχαῖοι Ἕλληνες εἶχαν πλήρη ἐπίγνωση ὅτι ὁ ἑλλαδικὸς χῶρος φιλοξένησε παλαιότερους λαοὺς ποὺ μιλοῦσαν τὶς δικές τους γλῶσσες: Πελασγοί, Κάρες καὶ Λέλεγες, Τυρσηνοί, Φοίνικες, Δρύοπες, Καύκωνες, Αἵμονες, Ἄονες, Τέμμικες εἶναι οἱ πιὸ γνωστὲς προελληνικὲς φυλὲς ποὺ κατοικοῦσαν στὴν ἐνδοχώρα ἀλλὰ καὶ στὰ παράλια τῆς Μεσογείου. Οἱ ἀνασκαφές μας ἔχουν δώσει ἐπιγραφικὰ δείγματα τέτοιων γλωσσῶν: ἐτεοκυπριακά, ἐτεοκρητικά, ἡ στήλη τῆς Λήμνου. Ἐπιπλέον ἡ ἀνακάλυψη τοῦ Μινωϊκοῦ πολιτισμοῦ συνοδεύτηκε ἀπὸ πλούσιο ἐπιγραφικὸ ὑλικὸ: τὶς πινακίδες τῆς Γραμμικῆς Α, οἱ ὁποῖες δὲν ἔχουν ἀποκρυπτογραφηθεῖ ἀκόμη, ἂν καὶ τελευταῖα ἔχουν γίνει κάποιες σχετικὲς ἀνακοινώσεις. Οἱ γλωσσικὲς ἐπιμιξίες ποὺ διαμόρφωσαν τὸ τελικὸ σῶμα τῆς Ἑλληνικῆς Γλώσσας εἶναι ἐμφανέστερες στὸ λεξιλόγιο, ὅπου παρατηρήθηκε σημαντικὸς ἀριθμὸς στοιχείων ξένης προέλευσης. Οἱ λέξεις- δάνεια χωρίζονται σὲ δύο κατηγορίες: λέξεις ἰνδοευρωπαϊκῆς προέλευσης καὶ λέξεις σημιτικῆς ἢ ἄλλης προέλευσης. Στὴν πρώτη κατηγορία χαρακτηριστικὸ παράδειγμα εἶναι ἡ λέξη πύργος ποὺ συγγενεύει μὲ τὴν ἰνδοευρωπαϊκῆς προέλευσης γερμανικὴ λέξη Burg.
Ἡ ἐπινόηση τῆς γραφῆς εἶναι καθοριστικὴ γιὰ ὅλη τὴν ἱστορική μας πορεία. Ἡ πρώτη γραφὴ ἐπινοήθηκε στὴν κοιλάδα τοῦ Εὐφράτη. Πολὺ σύντομα οἱ κοινωνίες τῶν Μεσογειακῶν ἀκτῶν ἄρχισαν νὰ ἀποτυπώνουν σὲ κάθε εἴδους ὑλικά, πηλό, πετρώματα κ.ἄ, ἀνθρώπινες σκέψεις μὲ κάθε μορφὴ γραφῆς. Πρώτη ἡ ἱερογλυφικὴ γραφὴ τῆς Αἰγύπτου, οἱ γραφὲς τῆς Μινωϊκῆς Κρήτης ( γραμμικὴ Α ΚΑΙ Β) τῶν ἀκτῶν τῆς Παλαιστίνης καὶ τῆς Φοινίκης, ἡ συλλαβογραφικὴ γραφὴ τῶν Μυκηναίων καὶ ἡ προχωρημένη φθογγικὰ σημιτικὴ γραφὴ ἄνοιξε τὸν δρόμο γιὰ τὴν τελικὴ μορφὴ τοῦ ἑλληνικοῦ ἀλφαβήτου ποὺ ἐμφανίζεται γιὰ πρώτη φορὰ στὴν Ἑλλάδα τὸν 8ο π.Χ αἰ. Τὸ σημιτικὰ γράμματα Ἄλεφ καὶ Μπὲτ ἐμπλουτίζονται μὲ τὴν ἀποφασιστικὴ δημιουργία τῶν φωνηέντων, τὸ ἑλληνικὸ ἀλφάβητο ταξιδεύει μαζὶ μὲ τὶς ἑλληνικὲς ἀποικίες σὲ ὁλόκληρο τὸν μεσογειακὸ χῶρο καὶ μὲ τὴν χρήση τῆς γραφῆς μπαίνουν τὰ θεμέλια γιὰ τὴν δημιουργία τῆς τέχνης τοῦ λόγου. Ἀπὸ μία ἑλληνικὴ ἀποικία τὴν Κύμη ποὺ ἱδρύθηκε στὴν Κ. Ἰταλία, τὸ ἑλληνικὸ ἀλφάβητο κληροδοτεῖται στοὺς Ρωμαίους καὶ ὡς λατινικὸ μεταδίδεται σὲ ὅλη τὴν Δυτικὴ Εὐρώπη. Μία εἰδικὴ παραλλαγὴ ἐπινοοῦν οἱ Κύριλλος καὶ Μεθόδιος, οἱ γνωστοὶ μοναχοὶ ἀπὸ τὴν Θεσσαλονίκη, γιὰ νὰ μεταδώσουν στοὺς Σλάβους τὴν χριστιανικὴ θρησκεία.
Στὸν Ὅμηρο οἱ λαοὶ ποὺ ἀργότερα ὀνομάστηκαν Ἕλληνες, οἱ ὑπήκοοι τοῦ Ἀχιλλέα, εἶναι μία φυλὴ ποὺ κατοικεῖ στὴν Ν. Θεσσαλία καὶ ὀνομάζεται Μυρμιδόνες. Γιὰ νὰ ὀνομάσει τὸ σύνολο τῶν φυλῶν ποὺ πῆραν μέρος στὴν Τρωϊκὴ ἐκστρατεία μὲ τοὺς Ἀτρείδες, ὁ Ὅμηρος χρησιμοποιεῖ τρία ὀνόματα: Ἀχαιοί, Ἀργεῖοι, Δαναοί. Γύρω στὸ 1400 π.Χ οἱ Ἀχαιοὶ ἐγκαταστάθηκαν στὴν Κρήτη, στὴν Ρόδο καὶ στὰ νότια παράλια τῆς Μ.Ἀσίας καθὼς καὶ στὴν Β. παραλία τῆς Κύπρου ποὺ ἀργότερα ὀνομάσθηκε «Ἀχαιῶν ἀκτή». Οἱ Ἕλληνες ἄποικοι τῆς Κύπρου ποὺ κατοικοῦσαν κοντὰ στὸν Μικρασιατικὸ αὐτόχθονα πληθυσμὸ καὶ ἔρχονταν συχνὰ σὲ ἐπαφὴ καὶ μὲ τοὺς Φοίνικες γιὰ ἐμπορικοὺς κυρίως λόγους, πῆραν στοιχεῖα ἀπὸ τὴν γραφή τους καὶ δημιούργησαν τὴν δική τους γραφὴ ποὺ βέβαια ἦταν προνόμιο τῶν ὀλίγων. Ὅλα αὐτὰ συνέβησαν πρὶν τὴν κάθοδο τῶν Δωριέων ποὺ ἐπέφερε ὁλοκληρωτικὴ πολιτιστικὴ κατάρρευση στὸν Ἑλλαδικὸ χῶρο.
Ἀπὸ τὸν 8ο π.Χ αἰῶνα, ἡ Ἑλληνικὴ Γλῶσσα παρουσιάζει μεγάλη ποικιλία διαλέκτων. Κάθε πόλη-κράτος, στὴν μητροπολιτικὴ Ἑλλάδα καὶ στὶς πολυάριθμες ἀποικίες, στὰ παράλια τῆς Μ. Ἀσίας καὶ κατὰ τὸν 2ο ἀποικισμὸ σὲ ὅλη τὴν λεκάνη τῆς Μεσογείου, στὸν Εὔξεινο Πόντο, στὰ νότια παράλια τῆς Γαλλίας καὶ Ἱσπανίας ἀλλὰ καὶ στὴν Β. Ἀφρική, στὴν περιοχὴ τῆς Κυρηναϊκῆς χερσονήσου, χρησιμοποιεῖ τὴν τοπικὴ διάλεκτο στὶς δημόσιες καὶ στὶς ἰδιωτικὲς πράξεις. H οἰκονομικὴ ἀνάπτυξη τῶν μητροπόλεων, εἰδικὰ στὶς περιοχὲς ποὺ ἦταν πλούσιες σὲ σιτηρὰ εὐνόησε σημαντικὰ τὴν ἀνάπτυξη τοῦ διαμετακομιστικοῦ ἐμπορίου ἀλλὰ καὶ τὶς ἐπαφὲς μὲ ἄλλους λαούς. Οἱ σχέσεις μεταξὺ μητροπόλεως καὶ ἀποικίας ἦταν συνήθως καλὲς καὶ πολὺ συχνά, εἴτε γιὰ θρησκευτικούς, ἐμπορικοὺς ἢ πολιτικοὺς λόγους κάτοικοι τῶν μητροπόλεων ταξίδευαν στὶς ἀποικίες. Ἄλλωστε οἱ Ἕλληνες εἶχαν ἀπὸ ἀρχαιοτάτων χρόνων τὴν ἐπιθυμία τῆς ἐξερεύνησης, ΟΡΕΓΟΝΤΟ ΤΟΥ ΕΙΔΕΝΑΙ. Ἡ γνώση καὶ τὸ κέρδος εἶναι ἡ κινητήρια δύναμη ποὺ τοὺς ὠθεῖ σὲ νέους προορισμούς, σὲ νέους ἀνεξερεύνητους τόπους. Ἡ οἰκονομικὴ ἀνάπτυξη τῶν πόλεων-κρατῶν εἶχε ὡς ἀποτέλεσμα τὴν πολιτικὴ συγκρότηση καὶ πολιτιστικὴ ἀνάπτυξη ποὺ ὁδήγησε στὴν εὐημερία καὶ στὴν καλλιέργεια τῶν Τεχνῶν. Ἡ τέχνη τοῦ λόγου εἶναι τὸ νέο μέλημα τῶν Ἑλλήνων ἀλλὰ καὶ ἡ ἀπορία ποὺ ἐκφράζεται μέσα ἀπὸ τὴν φιλοσοφικὴ σκέψη τῶν φυσικῶν φιλοσόφων ποὺ ἐπιθυμοῦν νὰ ἀνακαλύψουν τὴν τῶν ὄντων οὐσίαν. Τὸ ὕδωρ τοῦ Θαλῆ ἀπὸ τὴν Μίλητο, τὸ ἄπειρον τοῦ Ἀναξιμάνδρου, ἡ φωτιὰ τοῦ Ἡράκλειτου ἀπὸ τὴν Ἔφεσο, ἡ Πυθαγόρειος κοινότητα στὸν Κρότωνα τῆς Κ. Ἰταλίας ἀποδεικνύουν περίτρανα ὅτι οἱ ἁπανταχοῦ Ἕλληνες στοχάζονται καὶ ἐκφράζονται σὲ λόγο γραπτό.
Κάθε λογοτεχνικὸ εἶδος ἔχει τὴν ἰδιαίτερή του διάλεκτο, στὴν ὁποία γράφει ὁ συγγραφέας, ἀνεξάρτητα ἀπὸ τὴν μητρική του γλῶσσα. Πλησιέστερα πρὸς τὴν προφορικὴ ὁμιλία εἶναι τὰ ἐπιγραφικὰ κείμενα, ἐνῶ τὰ λογοτεχνικὰ εἶναι συνήθως γραμμένα σὲ γλῶσσα τεχνητὴ καὶ δὲν ἀπεικονίζουν τὶς τοπικὲς διαλέκτους. Τέσσερεις εἶναι οἱ ὁμάδες τῶν διαλέκτων τῆς ἱστορικῆς περιόδου:
1) Ἀττικοϊωνική
2) Ἀρκαδοκυπριακή
3) Αἰολικὴ (θεσσαλική,Λεσβιακή,Βοιωτικὴ)
4) Δωρικὴ (Βορειοδυτικὴ)
5) Δύο ἄλλες διάλεκτοι, ἡ Παμφυλιακὴ ποὺ μιλιόταν στὰ Νότια παράλια τῆς Μ. Ἀσίας καὶ ἡ Μακεδονικὴ εἶναι δύσκολο νὰ καταταγοῦν, ἡ πρώτη λόγω τοῦ μικτοῦ χαρακτῆρα ποὺ παρουσιάζει τὸ ἀποσπασματικὸ ἐπιγραφικὸ ὑλικὸ καὶ ἡ δεύτερη λόγω τῆς σπάνιας ἐμφάνισης ἐπιγραφῶν. Κατὰ μία παλαιότερη θεωρία, ἡ Μακεδονικὴ εἶχε θεωρηθεῖ συγγενὴς τῆς Δωρικῆς καὶ τῆς Αἰολικῆς διαλέκτου.
Ἡ Ἑλληνικὴ Γλῶσσα, ὅπως καὶ ἡ Λατινικὴ ἀνήκει ὅπως προαναφέρθηκε, στὴν μεγάλη οἰκογένεια τῶν ἰνδοευρωπαϊκῶν γλωσσῶν, ἡ ὁποία περιλαμβάνει τὶς περισσότερες γλῶσσες τῆς Εὐρώπης, μὲ ἐξαίρεση τὴν βασκική, τὴν φινλανδικὴ καὶ τὴν οὑγγρικὴ) καὶ τῆς κεντρικῆς Ἀσίας (σανσκριτική, βεδική, ἰρανικὴ) τὶς σλαβικὲς καὶ βαλτικὲς γλῶσσες. Στὴν Ἑλληνικὴ Γλῶσσα, ὁ ρόλος τῆς λέξης μέσα στὴν φράση προσδιορίζεται ἀπὸ τὴν κατάληξη καὶ ἔχει οἱαδήποτε θέση θέλει ὁ γράφων νὰ τοῦ ἀποδώσει. Οἱ λέξεις εἶναι ἐλεύθερες γράφει ὁ Ὀδ. Ἐλύτης στὰ Ἀνοιχτὰ χαρτιά, ἔχουν τὴν δική τους δυναμική, τὴν δική τους ἀνεξαρτησία. ..Λέξεις πρέπει νὰ 'ρθοῦνε , λέξεις στιβάζονται στὸ χιόνι καὶ μοιάζουν μὲ λευκὸ σεντόνι, γράφει ἡ ὑποφαινομένη σὲ μία ποιητική της σύνθεση. Ὁ μόνος περιορισμὸς σὲ αὐτὴ τὴν ἐλευθερία ἀφορᾶ τὰ συνδετικὰ μόρια. Πολλὰ εἶναι τὰ σχήματα λόγου ποὺ ἔχουν χρησιμοποιήσει οἱ συγγραφεῖς καὶ οἱ ποιητὲς τόσο τῆς ἀρχαίας, ὅσο καὶ τῆς Νέας Ἑλληνικῆς Γλώσσας. Ὁ σοφιστὴς Γοργίας διατείνεται ὅτι ὁ λόγος ἐπιδρᾶ στὴν ψυχὴ μὲ τὸν ἴδιο τρόπο ποὺ δρᾶ τὸ φάρμακο στὸ σῶμα τῶν ἀνθρώπων. Πολλὰ εἶναι τὰ ἐκφραστικὰ σχήματα λόγου τῶν ἀρχαίων ρητοροδιδασκάλων, καὶ τὸ συγγραφικὸ ὕφος μπορεῖ νὰ διαφοροποιηθεῖ κατὰ τὸ δοκοῦν ἑνὸς ἑκάστου.
Ἡ Ἀρχαία Ἑλληνικὴ Γλῶσσα διακρίνει τρεῖς ἀριθμοὺς (ἑνικὸς-πληθυντικός, δυϊκὸς) καὶ 3 γένη ἀλλὰ καὶ 5 πτώσεις στὰ κλιτὰ μέρη τοῦ λόγου. Οἱ φωνὲς τῶν ρημάτων (ἐνεργητικὴ-μέση-παθητικὴ), οἱ ἐγκλίσεις, ἡ σύνταξη τῶν προτάσεων, ἡ δομὴ τῶν παραγράφων, ἡ ἐτυμολογία, ἡ σύνθεση καὶ ἡ παραγωγὴ τῶν λέξεων δηλώνουν τὸν πλοῦτο τῆς γλώσσας μας ποὺ ὡς βουερός, λεπτοφυὴς Μαίανδρος, ὡς πλατύστερνος Νεῖλος, ὡς ἡρακλείτειος ποταμὸς ρέει μέσα στὸν Χρόνο. Ἡ ἀέναος ροὴ τῆς γλώσσας διασφαλίζει τόσο τὴν διάρκειά της, ὅσο καὶ τὶς ποικίλες ἐξελίξεις.
Τί μπορεῖ νὰ γράψει ἡ ταπεινότητά μου γιὰ τὴν πληθώρα τῶν ἀρχαίων συγγραμμάτων ποὺ ὑπῆρξαν φάρος φωτεινός, ἀέναος σηματωρὸς καὶ εὐθύβολος τοξότης στὴν ζωὴ τῶν ἁπανταχοῦ ἐγγραμμάτων ἀνὰ τὴν Ὑφήλιο; Οἱ ἐπικοὶ ποιητὲς Ὅμηρος καὶ Ησίοδος, μᾶς ἔδωσαν πληθώρα πληροφοριῶν γιὰ τὸν ἀρχαῖο κόσμο, τόσο ἐν καιρῷ πολέμου ἀλλὰ καὶ ἐν καιρῷ εἰρήνης, οἱ λυρικοὶ ποιητὲς μᾶς μετέδωσαν ποικίλα συναισθήματα, τὰ χορικὰ ἄσματα ὁδήγησαν στὴν διαμόρφωση τοῦ ἀρχαίου ἑλληνικοῦ δράματος, ὁ λόγος τῶν μεγάλων τραγικῶν καὶ κωμωδιωγράφων, μᾶς ἔδωσε ὑψίστης πνοῆς τραγωδίες, κωμωδίες καὶ σατυρικὰ δράματα, ἡ φιλοσοφικὴ σκέψη, οἱ ρήτορες ,οἱ ἱστορικοί, οἱ ἐπιγραμματογράφοι καὶ τόσοι ἄλλοι ἔφεραν τὸν πολιτισμὸ στὴν Δύση, καὶ ἐπέδρασαν στὸν εὐρωπαϊκὸ καὶ ἀργότερα στὸν νεοελληνικὸ Διαφωτισμό. Ὁ Ἀθηναῖος πολίτης τῆς κλασικῆς περιόδου ἔχοντας πλήρη γνώση τοῦ ἀγορεύειν ἐκφραζόταν μὲ συγκροτημένο λόγο στὴν ἐκκλησία τοῦ Δήμου ἐπιδιώκοντας νὰ διεκδικήσει τὰ δικαιώματά του, νὰ ἐμψυχώσει τὸ ἀκροατήριο, ὅταν ἡ πόλις ἀπειλεῖτο ἀπὸ τοὺς ἐχθρούς, νὰ προτείνει λύσεις σὲ δύσκολες στιγμὲς ἢ νὰ παρηγορήσει τοὺς συγγενεῖς τῶν νεκρῶν. Ἡ ὑπεροχὴ τοῦ Ἀθηναϊκοῦ πολιτεύματος τονίζεται στὸν Περικλέους ἐπιτάφιο λόγο ποὺ μᾶς παραθέτει ὁ Θουκυδίδης. Στὴν περίπτωση τοῦ Ἐπιταφίου ἔχουμε τὴν σπάνια ἀλλὰ εὐτυχῆ συγκυρία δύο μεγάλων προσωπικοτήτων, τῶν ὁποίων κοινὴ ἐπιθυμία ἦταν νὰ διασωθεῖ γιὰ τὶς ἑπόμενες γενιὲς τὸ ἰδανικὸ τῆς ἀθηναϊκῆς Δημοκρατίας σὰν καταστατικὸς χάρτης τοῦ καλύτερου πολιτεύματος καὶ νὰ ὑμνηθεῖ ἡ Ἀθήνα τοῦ Περικλέους, πρὶν τὸ γεγονὸς ποὺ στάθηκε ἡ ἀρχὴ τοῦ τέλους γιὰ τὴν Ἀθηναϊκὴ Δημοκρατία, ἕνα γεγονὸς ποὺ καμιὰ πολιτικὴ διορατικότητα δὲν μπόρεσε νὰ προβλέψει : τὸν λοιμὸ ποὺ ἀποδεκάτισε τὸν πληθυσμὸ τῆς Ἀθήνας.
Ἡ Ἀκαδημία τοῦ Πλάτωνος ἦταν χῶρος ἔκφρασης καὶ ἀνάλυσης τῆς θεωρίας τῶν ἰδεῶν, στὸ Λύκειον γυμναστήριον, κοντὰ στὸν Ναὸ τοῦ Λυκείου Ἀπόλλωνος, ὁ Ἀριστοτέλης ἀνέπτυξε τὴν θεωρία τῆς ἐντελέχειας, ἡ Μεγαρικὴ Σχολὴ (450-380 π.Χ) ὅπου ἔλαμψε ἡ προσωπικότητα τοῦ Εὐκλείδη, τοῦ Διοδώρου καὶ κυρίως τoυ Στίλπωνος ὁ ὁποῖος τεκμηρίωσε τὴν Διαλεκτικὴ φιλοσοφία. Ὁ Νεοπλατωνισμὸς μὲ τὸν Ἀμμώνιο Σακκά, τὸν Πλωτίνο καὶ τὸν Αἰδέσιο τὸν Καππαδόκη ὁδήγησε στὴν Μυστικὴ ἕνωση μὲ τὸ ἐν τὸ ἄρρητον. Ἡ Κυρηναϊκὴ Σχολὴ κατέληξε στὴν θεωρία τοῦ ἡδονισμοῦ μὲ κύριο ἐκπρόσωπο τὸν Ἀρίστιππο τὸν Κυρηναῖο. Οἱ Στωικοὶ μὲ τὸν Ζήνωνα ἀπὸ τὸ Κίτιον τῆς Κύπρου ἀναφέρθηκαν στὴν πρακτικὴ ἠθική. Πάμπολλες οἱ φιλοσοφικὲς θεωρίες τῶν κλασικῶν καὶ ἑλληνιστικῶν χρόνων ποὺ ἐγράφησαν στὴν Ἀττικὴ διάλεκτο ἢ στὴν ἑλληνιστικὴ κοινὴ γλῶσσα καὶ ὁδήγησαν τὴν φιλοσοφικὴ σκέψη σὲ νέους δρόμους εὐρύστερνους. Πολλοὶ οἱ θρίαμβοι τῆς Ἑλληνικῆς Γλώσσας ποὺ ὅπως γράφει ὁ Καβάφης,…ἀπ' τὴν θαυμάσια πανελλήνιαν ἐκστρατεία τὴν νικηφόρα, τὴν περίλαμπρη, τὴν περιλάλητη, τὴν δοξασμένη, ὡς ἄλλη δὲν δοξάσθηκε καμιά, τὴν ἀπαράμιλλη, βγήκαμε ἐμεῖς ἑλληνικὸς καινούργιος κόσμος μέγας,..ἐμεῖς μὲ τὴν κοινὴν ἑλληνικὴ λαλιάν, ἐμεῖς, ἑλληνικὸς καινούργιος κόσμος μέγας καὶ τὴν κοινὴν ἑλληνικὴν λαλιὰν ὡς μέσα στὴν Βακτριανὴ τὴν πήγαμε, ὡς τοὺς Ἰνδοὺς… Πολὺς ὁ θρίαμβος τῆς Ἑλληνικῆς Γλώσσας ἀλλὰ πάμπολλες οἱ περιπέτειες κι ὁ κατατρεγμός της.
Tὸν 2ο π.Χ αἰ. οἱ πόλεις κράτη ποὺ βρίσκονταν στὰ παράλια τῆς Μεσογείου, ἡ μητροπολιτικὴ Ἑλλάδα καὶ ἡ Ἀνατολὴ μὲ τὴν Αἴγυπτο καὶ τὰ ἄλλα Ἑλληνιστικὰ κράτη κατακτῶνται ἀπὸ τοὺς Ρωμαίους, ἐπίσημη γλῶσσα τῆς ἀχανοῦς Ρωμαϊκῆς Αὐτοκρατορίας εἶναι ἡ Λατινικὴ ἀλλὰ ὁ λαὸς εἰδικὰ στὸν ἑλλαδικὸ χῶρο καὶ στὴν Ἀνατολὴ ὁμιλεῖ τὴν ἑλληνιστικὴ κοινή. Ὁ ἐπίσημος τίτλος τοῦ ἑκάστοτε Βυζαντινοῦ Αὐτοκράτορα ἦταν «πιστὸς ἐν Χριστῶ τῷ θεῷ βασιλεὺς καὶ αὐτοκράτωρ Ρωμαίων», τίτλος ποὺ ἀντικατέστησε τὸ λατινικὸ ιmperator μετὰ τὴν ἐπικράτηση τῆς Ἑλληνικῆς Γλώσσας.
Τὸ 529 ὁ Ἰουστινιανὸς ἔκλεισε τὴν Ἀκαδημία τοῦ Πλάτωνος, θέτοντας ἐκτὸς νόμου τὴν νεοπλατωνικὴ φιλοσοφία. Μετὰ τὸν 6ο μ.Χ αἰ. ἡ νεοπλατωνικὴ φιλοσοφία μεταλαμπαδεύτηκε στὴν Χριστιανικὴ Ἐκκλησία μέσω τῶν συγγραμμάτων τοῦ (ΨΕΥΔΟ) Διονυσίου τοῦ Ἀρεοπαγίτη στὴν Ἀνατολὴ καὶ τοῦ Johannes Scotus ( 877 μ.X) στὴν Δύση. Τὸ πρῶτο Πανεπιστήμιο ἱδρύθηκε τὸν 5ο μ.Χ αἰ. στὴν Κων/λη, ἤκμασε τὸν 10ο αἰ. ἐπὶ Κων/νου Ζ΄Πορφυρογεννήτου γιὰ νὰ φθάσει σὲ ὑψίστη ἀκτινοβολία τὸν 11ο αἰ. μὲ τοὺς ἀρχαιομαθεῖς διανοουμένους Μιχαὴλ Ψελλὸ καὶ Κων/νο Μαυρόποδα, στοὺς ὁποίους ὀφείλεται καὶ ἡ χρήση τοῦ ὀνόματος Βυζαντινὸς γιὰ νὰ δηλώσει τὸν κάτοικο τῆς Κων/λης, ὡς συνεχίζουσας τὴν Μεγαρικὴ προκάτοχό της, τὴν πόλη τοῦ Βύζα. Ἐνοποιητικὴ δύναμη τῆς Βυζ. Αὐτοκρατορίας ἦταν ἡ πολιτιστικὴ ἐλληνοφωνία καὶ ἡ καθιέρωση τῆς ἑλληνικῆς ὡς ἐπίσημης γλώσσας τοῦ Κράτους μὲ τὴν καταγραφὴ τῶν νέων Νόμων ( Νεαρὲς) ἐπὶ Αὐτοκράτορος Ἰουστινιανοῦ τὸν 6ο μ.Χ. αἰ.
Οἱ βαθιὲς τομὲς στὴν ζωὴ ἑνὸς Ἔθνους ἀσφαλῶς ἐπηρεάζουν καὶ τὴν ἐξέλιξη τῆς γλώσσας του. Στὴν μακραίωνη ἱστορία τῆς Ἑλληνικῆς Γλώσσας διακρίνονται 5 περίοδοι.
1) Ἀρχαία Ἑλληνικὴ Γλῶσσα μὲ τὶς ἐπιμέρους διαλέκτους. Ἐπικρατεῖ στὸν χῶρο τῆς Μεσογείου μέχρι τὸν θάνατο τοῦ Μ. Ἀλεξάνδρου τὸ 323 π.Χ.
2) Ἑλληνιστικὴ κοινὴ ποὺ ὁριοθετεῖται μέχρι τὴν λήξη τῆς αὐτοκρατορίας τοῦ Ἰουστινιανοῦ. (565μ.Χ)
3) Βυζαντινὴ ἢ Μεσαιωνικὴ μέχρι τὴν Ἅλωση (1453μ.Χ)
4)Μεταβυζαντινὴ ἢ πρώιμη Νεοελληνικὴ ὡς τὶς παραμονὲς τῆς ἐθνικῆς παλιγγενεσίας (1821)
5)Ἡ Νέα Ἑλληνικὴ Γλῶσσα (ΚΑΘΑΡΕΎΟΥΣΑ-ΔΗΜΟΤΙΚΗ).
Τὸ 200 π.Χ ὁ φιλόλογος Ἀριστοφάνης ὁ Βυζάντιος ποὺ ἡγεῖτο τῆς Βιβλιοθήκης τῆς Ἀλεξανδρείας, εἰσήγαγε τὸ πολυτονικὸ σύστημα δηλαδὴ ἐπινόησε τὰ σημεῖα τῆς στίξης, τὰ πνεύματα καὶ τοὺς τόνους ( Ψιλή, δασεῖα, Ὀξεία, βαρεῖα, περισπωμένη, ἐπειδὴ ἡ ἑλληνιστικὴ κοινὴ εἶχε τεράστια ἐξάπλωση καὶ πολλοὶ ὁμιλητὲς ποὺ δὲν ἦταν ἡ μητρική τους γλῶσσα συναντοῦσαν δυσκολίες στὴν γραφὴ καὶ ἐκμάθησή της. Δυστυχῶς τὰ ἔργα τοῦ σώζονται σὲ ἀποσπάσματα καὶ ἐπικεντρώνονται σὲ θέματα γραμματικῆς, ἀνάλυσης κειμένων καὶ ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον σὲ θέματα τονισμοῦ τῶν λέξεων.
Στὴν Ἑλληνικὴ Γλῶσσα, ὁ ρόλος τῆς λέξης μέσα στὴν φράση προσδιορίζεται ἀπὸ τὴν κατάληξη μὲ ἀποτέλεσμα ἡ διάταξη τῶν λέξεων ποὺ δὲν χρησιμεύει ποτὲ ὡς δείκτης τῆς γραμματικῆς τους λειτουργίας νὰ ἀποκτᾶ μεγάλη εὐλυγισία καὶ ἐλευθερία.
Τὸ Ἔθνος μόνο μὲ τὴν Ἐκπαίδευση θὰ μπορέσει νὰ ἀποβάλλει τὰ ἐλαττώματα ποὺ τοῦ προσέδωσε ἡ περίοδος τῆς ὑποδούλωσης στὸν τουρκικὸ ζυγό. Οἱ ραγιᾶδες πρέπει νὰ γίνουν πολῖτες καὶ στὴν μεταμόρφωση αὐτὴ ἡ ἐκπαίδευση ἔχει νὰ παίξει βασικὸ ρόλο. Σαφέστατα πρόκειται γιὰ τὸν ἀπόηχο τῶν διδαγμάτων τοῦ Ἀδαμαντίου Κοραῆ ποὺ θεωροῦσε τὸν φωτισμὸ τοῦ Γένους ἀπαραίτητη προϋπόθεση γιὰ τὴν ἀξιοποίηση τῆς ἐλευθερίας ποὺ θὰ κερδιζόταν μὲ τὰ ὅπλα. Εἶναι σαφὲς ὅτι πρόθεση καὶ ὁραματισμὸς τῶν πεφωτισμένων λογίων στὶς ἀρχὲς τοῦ Ἀγώνα ἦταν νὰ ἐξασφαλισθεῖ ὄχι μόνο ἡ ἐθνικὴ ἀνεξαρτησία ἀλλὰ καὶ ἡ ὀργάνωση τῆς κρατικῆς μηχανῆς ποὺ θὰ παρεῖχε τὴν δυνατότητα νὰ προαχθεῖ ἡ ἐκπαίδευση, τόσο ἡ στοιχειώδης, ὅσο καὶ ἡ μέση καὶ ἡ ἀνωτάτη. Δυστυχῶς οἱ προσπάθειες τοῦ Ἰ. Καποδίστρια νὰ ἱδρυθοῦν σὲ ὅλη τὴν Ἐπικράτεια ἀλληλοδιδακτικὰ σχολεῖα συνάντησε πολλὲς ἀντιδράσεις καὶ ὁ πρῶτος Κυβερνήτης τῆς Ἑλλάδος δολοφονήθηκε καθὼς πλησίαζε ἔφιππος τὸν ναὸ τοῦ Ἁγίου Σπυρίδωνος στὸ Ναύπλιο. Στὶς 31 Δεκεμβρίου 1836, τὸ Διάταγμα γιὰ τὴν ἵδρυση Πανεπιστημίων δὲν ἐπικυρώθηκε ἀπὸ τὸν Ὄθωνα. Τὸ 1908, πρῶτος ὁ Ἀλ. Δελμούζος, ὡς Διευθυντὴς τοῦ Παρθεναγωγείου Βόλου προτείνει τὴν διδασκαλία σὲ γλῶσσα Δημοτικὴ καὶ εἰσάγει νέα ἐκπαιδευτικὰ προγράμματα.
Τὸ Σύνταγμα τοῦ 1927 δὲν περιέχει ἄρθρο γιὰ τὴν γλῶσσα, γεγονὸς ποὺ δημιούργησε τὶς προϋποθέσεις γιὰ οὐσιαστικὲς μεταρρυθμιστικὲς παρεμβάσεις. Ἡ ἰδεολογικὴ σύγκρουση ἀνάμεσα στὸν ἀστὸ Δελμούζο καὶ τὸν ἀριστερῆς ἰδεολογίας Γληνὸ ποὺ ἔγινε μὲ ἀφορμὴ τὸν ἐπαναπροσδιορισμὸ τοῦ Ἐκπαιδευτικοῦ Ὁμίλου καὶ ὁδήγησε στὴν διάσπασή του ἐπέτρεψε στὴν φιλελεύθερη παράταξη νὰ προτείνει ριζοσπαστικὲς ἀλλαγές. Δύο ὑπουργοὶ τοῦ κόμματος τῶν φιλελευθέρων, οἱ Κ. Γόντικας καὶ Γ. Παπανδρέου ὁλοκλήρωσαν τὴν προταθεῖσα ἀπὸ τὸν Μ. Τριανταφυλλίδη ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΜΕΤΑΡΡΎΘΜΙΣΗ μὲ τὴν οὐσιαστικὴ συμμετοχὴ τοῦ Μίλτου Κουντουρὰ ποὺ προσπάθησε νὰ ἐφαρμόσει νέες ἐκπαιδευτικὲς μεθόδους ὡς Διευθυντὴς τοῦ Διδασκαλείου Θηλέων στὴν Θεσσαλονίκη. Καθιερώθηκε τὸ ἑξατάξιο δημοτικὸ ἀντὶ τοῦ τετραταξίου καὶ οἰκοδομήθηκαν Σχολεῖα μὲ χρηματοδότηση ἀπὸ εἰδικὸ δάνειο τοῦ ἐξωτερικοῦ. Τὸ νέο ἐκπαιδευτικὸ σύστημα διατηρήθηκε μέχρι τὴν Δικτατορία τοῦ Μεταξᾶ τὸ 1936.
Ἀκολούθησε ἡ ἐκπαιδευτικὴ μεταρρύθμιση τοῦ 1964, ὅταν ὁ Ε. Παπανούτσος ἦταν Γενικὸς γραμματέας τοῦ ΥΠΕΠΘ, ἡ ὑποχρεωτικὴ ἐννεαετὴς ἐκπαίδευση, ὁ διαχωρισμὸς στὴν ΜΕΣΗ Ἐκπαίδευση σὲ Γυμνάσιο καὶ Λύκειο καὶ ἡ δημιουργία τοῦ πρώτου Λαϊκοῦ Πανεπιστημίου μὲ τὸν τίτλο « ΑΘΗΝΑΙΟΝ». Τὸ 1979, μὲ ὑπουργικὴ ἀπόφαση ὁρίζεται ὡς ἐπίσημη γλῶσσα τοῦ Κράτους ἡ Δημοτικὴ μὲ τὸ γνωστὸ ἐπιχείρημα νὰ καταργηθεῖ ἡ διγλωσσία (καθαρεύουσα –Δημοτικὴ) καὶ νὰ ὑπάρχει μία ἑνιαία γλῶσσα σὲ κάθε ἐπίσημο ἔγγραφο. Ὑπουργικὴ ἐγκύκλιος ἐπιβάλλει τὴν κατάργηση τοῦ πολυτονικοῦ συστήματος καὶ στὸ Γυμνάσιο τὴν διδασκαλία τῶν ἀρχαίων κειμένων ἀπὸ μετάφραση. Μία σειρὰ ἐκπαιδευτικῶν μεταρρυθμίσεων ἐπιχειροῦν τὴν μείωση διδακτικῶν ὡρῶν τῶν κλασικῶν μαθημάτων, νέους τρόπους διδασκαλίας τοῦ ἐκπαιδευτικοῦ ἔργου ποὺ προτείνονται ἀπὸ ἄτομα ποὺ δὲν εἶχαν διδάξει στὴν Μ. ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ. Μία μεγάλη μερίδα ἐμπείρων ἐπιστημόνων ἐπανεκπαιδεύεται στὰ νέα ἐλπιδοφόρα καὶ πολλὰ ὑποσχόμενα νέα συστήματα, τὰ ὁποῖα ἀνεπιτυχῶς ἐπιδιώκουν νὰ ἐπαναφέρουν τὴν ἐκπαιδευτικὴ μεταρρύθμιση τῆς Σχολῆς τοῦ Βόλου, ὅπου οἱ μεγίστου βεληνεκοῦς φιλόλογοι Μ. Τριανταφυλλίδης, Γληνὸς καὶ Δελμούζος εἰσήγαγαν καινοτόμα γιὰ τὴν ἐποχὴ προγράμματα. Τὸ ἀποτέλεσμα αὐτῶν τῶν νέων μεθόδων εἶναι ἡ ὁλοσχερὴς κατάργηση τῆς ὀρθῶς ὁμιλούμενης καὶ γραφόμενης γλώσσας, ὅπου ἄτομα μὲ Πανεπιστημιακή, ὑποτίθεται, μόρφωση γράφουν καὶ ὁμιλοῦν μὲ χονδροειδέστατα λάθη , συγχέοντας π.χ τὸ τροπικὸ ἐπίρρημα ἄμεσα μὲ τὸ χρονικὸ ἀμέσως. Καὶ τὶ ἔγινε θὰ σκεφθοῦν πολλοί, ἐδῶ γίνονται τόσα καὶ τόσα ἄλλα λάθη πολὺ σοβαρότερα, θὰ σταθοῦμε στὴν σωστὴ χρήση τοῦ ἐπιρρήματος; Καλὰ νὰ εἴμαστε καὶ ἄσε τοὺς φιλολόγους νὰ φωνάζουν, θὰ ποῦν κάποιοι. Ἔχουν καταντήσει γραφικοί. Εἴμαστε ὅμως καλά, ὅταν ἡ σπονδυλικὴ μας στήλη, ἡ γλῶσσα μας, βάλλεται καὶ διαβάλλεται καθημερινά, ὅταν κινδυνεύουμε νὰ ἀπωλέσουμε τὴν ἐθνική μας ταυτότητα στὸ ὄνομα μιᾶς κακῶς ἐννοουμένης Παγκοσμιοποίησης; Ἂς σταματήσει ἐπιτέλους ὁ λεκτικὸς λαϊκισμὸς κι ἂς ἀφήσουμε τὴν Ἑλληνικὴ Γλῶσσα νὰ πορεύεται ὄρθια, γιατὶ ὅπως γράφει ὁ Δ. Σολωμός στὸν ἐθνικό μας ὕμνο «… δὲν εἶναι, εὔκολες οἱ θύρες, ἐὰν ἡ χρεία τες κουρταλεῖ». Καὶ δὲν θὰ εἶναι καθόλου εὔκολες οἱ θύρες, ὅταν φωτισμένες προσωπικότητες τῶν Ἐπιστημῶν καὶ τῶν Τεχνῶν ξενιτεύονται καὶ μεγαλουργοῦν στὸ ἐξωτερικό, ἐπειδὴ ἡ Ἑλλάδα ἐμμέσως πλὴν σαφῶς τοὺς ἀποπέμπει. Ἔχουμε ἐδῶ καὶ χρόνια σκύψει τὸ κεφάλι στοὺς εὐρωπαίους ἑταίρους μας. Ἂς κρατήσουμε τουλάχιστον τὴν τιμὴ καὶ τὴν ὑπόληψή μας στὸν χῶρο τῆς γλωσσικῆς μας ταυτότητας.
* Ἡ Μίνα Κόρσου-Καπέλλου εἶναι Φιλόλογος καὶ Μέλος τοῦ Δ.Σ. τοῦ Ὀργανισμοῦ γιὰ τὴν Διάδοση τῆς Ἑλληνικῆς Γλώσσας.