ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΑΡΧΑΙΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΣΤΟΥΣ ΚΛΑΣΣΙΚΟΥΣ ΦΙΛΟΛΟΓΟΥΣ

 

τῆς Εἰρήνης Ντάρτσια (Γεωργία)*

 

 

ntarchiaΚυρίες καὶ κύριοι, ἀγαπητοὶ φίλοι καὶ συνάδελφοι,


Πρὶν ξεκινήσω τὴν ὁμιλία μου, θὰ ἤθελα νὰ εὐχαριστήσω θερμὰ ὅλους τοὺς διοργανωτὲς τῆς Ἡμερίδας καὶ ἰδιαίτερα τὸν Ὀργανισμὸ γιὰ τὴν Διάδοση τῆς Ἑλληνικῆς Γλώσσας, προσωπικὰ τὸν κύριο Καρκανιᾶ καὶ τὸν κύριο Παυλάκο. Θερμὲς εὐχαριστίες στοὺς χορηγοὺς τῆς ἐκδήλωσης αὐτῆς, καὶ ἰδιαίτερα στὸ Ὑπουργεῖο Παιδείας, διὰ Βίου Μάθησης καὶ Θρησκευμάτων τῆς Ἑλλάδας. Χάρη σ’ αὐτοὺς τοὺς ἀνθρώπους καὶ ὀργανισμοὺς μᾶς δόθηκε ἡ εὐκαιρία νὰ ἔρθουμε κοντά σας καὶ νὰ σᾶς παρουσιάσουμε τὸ ἔργο μας, τὸ ὁποῖο – μὲ ὅλες τὶς διαφορετικὲς προσεγγίσεις ποὺ ὑπάρχουν – συγκεντρώνεται πάνω στὴν διδασκαλία τῶν Νέων Ἑλληνικῶν μὲ τὴν βοήθεια, μέσω τῶν Ἀρχαίων, ποὺ κατὰ τὴν γνώμη μου εἶναι ὁ πιὸ σωστὸς τρόπος νὰ προσεγγίσει κανεὶς τὴν Ἑλληνικὴ Γλῶσσα, τὸ λεξιλόγιο, τὴν μορφολογία καὶ ἀκόμα καὶ τὸ συντακτικό της.


Ἔχω τὴν τιμὴ νὰ ἐκπροσωπῶ τὸ Κρατικὸ Πανεπιστήμιο τῆς Τιφλίδας «Ivane Javakhishvili», τὸ πιὸ παλιὸ Πανεπιστήμιο ὄχι μόνο τῆς Γεωργίας, ἀλλὰ καὶ τῆς εὐρύτερης περιοχῆς τοῦ Καυκάσου στὸ ὁποῖο διδάσκονται Ἀρχαῖα Ἑλληνικὰ ἀπὸ τὴν ἵδρυσή της, δηλαδὴ ἀπὸ τὸ 1918 καὶ στὸ ὁποῖο ξεκίνησε ἡ διδασκαλία τῶν Νέων Ἑλληνικῶν ἀπὸ τὸ 1987.


Ἕνα ἀπὸ τὰ μεγαλύτερα καὶ τὰ πιὸ ἰσχυρὰ ἐκπαιδευτικὰ καὶ ἐρευνητικὰ κέντρα τοῦ Κρατικοῦ Πανεπιστημίου τῆς Τιφλίδας ἀποτελεῖ τὸ Ἰνστιτοῦτο Κλασικῶν, Βυζαντινῶν καὶ Νεοελληνικῶν Σπουδῶν, τὸ ὁποῖο ἱδρύθηκε τὸ 1997 στὴν βάση τῶν τμημάτων τῆς Κλασσικῆς καὶ τῆς Νέας Ἑλληνικῆς Φιλολογίας, τοῦ Κέντρου Μεσογειακῶν Σπουδῶν, τῆς Ἑλληνο-Λατινικῆς Βιβλιοθήκης καὶ τοῦ Ἐκδοτικοῦ Οἴκου «Λόγος». Στὸ Ἰνστιτοῦτο αὐτὸ ἐργάζονται πάνω ἀπὸ 30 καθηγητὲς καὶ ἐρευνητὲς καὶ σπουδάζουν 150 φοιτητὲς καὶ στὰ τρία ἐπίπεδα σπουδῶν. Ὁ ἀριθμὸς εἶναι ἀρκετὰ ἐντυπωσιακός, ἂν λάβουμε ὑπ’ ὄψιν τὸ γεγονὸς ὅτι προκεῖται γιὰ μία μικρὴ Χώρα μὲ πληθυσμὸ 5 ἑκατομμύρια.


Ἡ διδασκαλία τόσο τῆς Ἀρχαίας, ὅσο καὶ τῆς Νέας Ἑλληνικῆς Γλώσσας ἔχει μεγάλη σημασία σὲ ὁποιαδήποτε χώρα καὶ σὲ ὁποιοδήποτε ἐκπαιδευτικὸ ἵδρυμα, ἀλλὰ πιστεύω πὼς ἡ σημασία διάδοσης τῆς Ἑλληνικῆς Γλώσσας εἶναι ἀκόμα μεγαλύτερη στὴν ἱστορικὴ Κολχίδα, στὴν σημερινὴ Γεωργία, ἡ ὁποία διατηρεῖ ἱστορικές, γλωσσικὲς καὶ γενικῶς πολιτισμικὲς ἐπαφὲς μὲ τὴν Ἑλλάδα ἐδῶ καὶ 35 αἰῶνες, ποὺ ἀποδεικνύουνται μέσα ἀπὸ ἀρχαιολογικὲς ἀνασκαφές, ἑκατοντάδες Ἑλληνικὲς ἐπιγραφὲς ποὺ ἔχουν βρεθεῖ στὸ ἔδαφος τῆς Γεωργίας καὶ μέσα ἀπὸ πολλὰ ἑλληνικὰ γλωσσικὰ δάνεια. Καὶ μὴν ξεχνᾶμε ἐπίσης ὅτι διδάσκοντας Ἑλληνικὰ στὴν Γεωργία, σὲ μία Χώρα ἡ ὁποία ὑποδέχτηκε ἑκατοντάδες χιλιάδες Ἕλληνες καὶ ἔγινε δεύτερη πατρίδα τοῦ Ποντιακοῦ Ἑλληνισμοῦ, βοηθᾶμε αὐτοὺς τοὺς ἀνθρώπους νὰ διατηρήσουν τὴν γλωσσικὴ καὶ πολιτισμικὴ ἐπαφὴ μὲ τὴν ἱστορικὴ πατρίδα.


Μετὰ ἀπ’ αὐτὴ τὴν μικρὴ εἰσαγωγὴ θὰ ἤθελα νὰ ἐπανέλθω στὸ θέμα τῆς σημερινῆς Ἡμερίδας καὶ στὶς δραστηριότητες τοῦ Ἰνστιτούτου Κλασσικῶν, Βυζαντινῶν καὶ Νεοελληνικῶν Σπουδῶν, στὸ ὁποῖο κάνουμε μία προσπάθεια νὰ μὴν «περιορίσουμε» τοὺς φοιτητές μας στὰ πλαίσια μόνο ἑνὸς τομέα τὸν ὁποῖο ἔχουν ἐπιλέξει ὡς εἰδικότητα, ἀλλὰ νὰ ἀποκτοῦν καὶ κάποιες βασικὲς γνώσεις καὶ ἀπὸ τοὺς ἄλλους τομεῖς τῶν Ἑλληνικῶν Σπουδῶν. Γιὰ παράδειγμα ἕνας φοιτητὴς τοῦ Τμήματος τῆς Κλασσικῆς Φιλολογίας ἔχει ὡς ὑποχρεωτικὸ μάθημα τὴν ἱστορία τῆς Ἀρχαίας Ἑλληνικῆς Λογοτεχνίας, ἀλλὰ μπορεῖ νὰ παρακολουθήσει ὡς κατ’ ἐπιλογὴν μάθημα τὴν ἱστορία τῆς Βυζαντινῆς ἢ τῆς Νέας Ἑλληνικῆς λογοτεχνίας.


Στὸ Τμῆμα τῆς Νέας Ἑλληνικῆς Φιλολογίας τοῦ Ἰνστιτούτου μας διδάσκονταν Ἀρχαῖα Ἑλληνικὰ ἀπὸ τὴν ἵδρυσή της, δηλαδή, ἀπὸ τὸ 1987, ἀλλὰ στὸ Τμῆμα τῆς Κλασσικῆς Φιλολογίας ἀρχίσαμε νὰ διδάσκουμε τὰ Νέα Ἑλληνικὰ καὶ μάλιστα ὡς ὑποχρεωτικὸ μάθημα σχετικὰ πρόσφατα, τὸ 1997.


Ἡ κατάσταση αὐτὴ ἄλλαξε τὸ 2005, ὅταν ἡ Γεωργία ὑπέγραψε τὴν διαδικασία τῆς Μπολόνιας καὶ ξεκινήσαμε τὶς μεταρρυθμίσεις στὸ ἐκπαυδευτικὸ σύστημα τῆς Χώρας, προχωρώντας σὲ ριζικές, δομικὲς ἀλλαγὲς καὶ στὸν τρόπο διοίκησης, ἀλλὰ καὶ σὲ ὅλα τὰ ἐκπαιδευτικὰ προγράμματα. Στὴν πορεία τῶν ἀλλαγῶν, ὅλα τὰ ἐκπαιδευτικὰ προγράμματα τοῦ Ἰνστιτούτου μας εὐτυχῶς κράτησαν τὴν θέση καὶ τὸ κῦρος ποὺ εἶχαν πρὶν καὶ καταφέραμε νὰ προσθέσουμε καὶ τὴν Βυζαντινὴ φιλολογία ὡς ἀνεξάρτητο προπτυχιακὸ καὶ μεταπτυχιακὸ πρόγραμμα σπουδῶν ποὺ ἦταν ἀδύνατο νὰ γίνει πρὶν γιὰ ἰδεολογικοὺς λόγους.


Σήμερα οἱ φοιτητὲς τοῦ Τμήματος τῆς Νέας Ἑλληνικῆς Φιλολογίας διδάσκονται ὑποχρεωτικὰ Ἀρχαῖα Ἑλληνικὰ γιὰ δύο ἑξάμηνα στὸ προπτυχιακὸ ἐπίπεδο καὶ οἱ φοιτητὲς τοῦ Τμήματος τῆς Κλασσικῆς Φιλολογίας ἔχουν τὰ Νέα Ἑλληνικὰ ὡς κατ’ ἐπιλογὴν μάθημα στὸ προπτυχιακὸ ἐπίπεδο καὶ ὡς ὑποχρεωτικὸ μάθημα ποὺ διαρκεῖ τρία ἑξάμηνα στὸ μεταπτυχιακὸ ἐπίπεδο. Χάρη σ’αὐτὸ τὸ σύστημα, ἕνας ἀπόφοιτος τοῦ Ἰνστιτούτου μας ἔχει ἔστω καὶ βασικὲς γνώσεις ὡς πρὸς τὴν ὅλη πορεία τῆς Ἑλληνικῆς Γλώσσας.


Συζητώντας αὐτὰ τὰ θέματα τίθεται μία ἐρώτηση: γιατί χρειάζεται ἕνας Νεοελληνιστὴς νὰ γνωρίζει καὶ Ἀρχαῖα Ἑλληνικά; Ὅπως εἶναι γνωστό, γιὰ νὰ κατανοήσει κανεὶς τὴν λογικὴ τῆς γραμματικῆς τῶν Νέων Ἑλληνικῶν καὶ γιὰ νὰ βρεῖ ἀπαντήσεις σὲ ὁρισμένα γλωσσικὰ καὶ γλωσσολογικὰ ζητήματα, χρειάζονται ἀρκετὲς γνώσεις τῆς ἱστορίας τῆς Ἑλληνικῆς Γλώσσας καὶ τῶν Ἀρχαίων Ἑλληνικῶν ἐπίσης. Συνήθως ὅταν διδάσκουμε Νέα Ἑλληνικά, δίνουμε λιγότερη σημασία στὴν διαχρονικότητα καὶ στὴν ἱστορία τῆς Ἑλληνικῆς Γλώσσας, παραβλέποντας τὴν γλωσσολογικὴ καὶ ἀναλυτικὴ προσέγγιση, ποὺ θὰ μᾶς βοηθοῦσε ἰδιαίτερα διδάσκοντας τὰ Νέα Ἑλληνικὰ στοὺς φιλολόγους ποὺ ἤδη ἔχουν κάποιες γνώσεις στὰ θέματα τῆς γενικῆς καὶ συγκριτικῆς γλωσσολογίας.


Θὰ μποροῦσε νὰ ρωτήσει κανεὶς ἐπίσης γιατί χρειάζεται ἕνας κλασσικὸς φιλολόγος νὰ γνωρίζει καὶ Νέα Ἑλληνικά; Πῶς νὰ πείσουμε τοὺς κλασσικοὺς φιλολόγους νὰ μάθουν τὰ Νέα Ἑλληνικά; Δὲν ὑπάρχει μόνο μία ἀπάντηση. α) Πρώτα ἀπ’ ὅλα τὰ Νέα Ἑλληνικὰ μᾶς βοηθᾶνε νὰ κατανοήσουμε καλύτερα τὴν πορεία τῆς Ἑλληνικῆς Γλώσσας, τὶς δυνατότητες ἀλλαγῆς καὶ ἀνάπτυξης ποὺ ἔχει μία γλῶσσα. β) Μέσω τῶν Νέων Ἑλληνικῶν ἐρχόμαστε σὲ ἐπαφὴ ἐπίσης καὶ μὲ τὴν Νέα Ἑλληνικὴ Λογοτεχνία ὡς ἕνα ἀπὸ τὰ πιὸ φανερὰ καὶ σημαντικὰ παραδείγματα πρόσληψης τῆς Ἀρχαίας Ἑλληνικῆς Λογοτεχνίας καὶ τοῦ Ἀρχαίου Ἑλληνικοῦ Πολιτισμοῦ, ποὺ ἀποτελεῖ μία ἀπὸ τὶς ἐρευνητικὲς κατευθύνσεις τῆς σύγχρονης κλασσικῆς φιλολογίας. γ) Τὰ Νέα Ἑλληνικὰ μᾶς βοηθᾶνε νὰ διευρύνουμε τὶς γνώσεις μας σχετικὰ μὲ τὴν ἐπιστημονικὴ βιβλιογραφία διαβάζοντας τὰ ἔργα τῶν Ἑλλήνων ἐπιστημόνων ποὺ δὲν εἶναι διαθέσιμα σὲ ἄλλες εὐρωπαϊκὲς γλῶσσες καὶ διαβάζουμε ἐπίσης τὶς Νέες Ἑλληνικὲς μεταφράσεις τῶν πιὸ σημαντικῶν ἔργων ποὺ ἔχουν γραφτεῖ ἀπὸ τοὺς ξένους μελετητές. δ) Καὶ τέλος, ἡ ἐκμάθηση τῆς Νέας Ἑλληνικῆς Γλώσσας ἀπὸ τοὺς κλασσικοὺς φιλολόγους ἔχει καὶ πρακτικὴ σημασία. Μαθαίνοντας Νέα Ἑλληνικὰ μᾶς δίνονται ἀρκετὲς εὐκαιρίες νὰ κερδίσουμε μία ὑποτροφία καὶ νὰ σπουδάσουμε στὴν Ἑλλάδα, σὲ Ἑλληνικὰ Πανεπιστήμια ἢ νὰ παρακολουθήσουμε ἐκπαιδευτικὰ προγράμματα σὲ Ἑλληνικὰ θερινὰ σχολεῖα κτλ., καὶ νὰ δοῦμε ἐπὶ τόπου τὰ ἀρχαῖα ἑλληνικὰ μνημεῖα, τοὺς ἀρχαιολογικοὺς χώρους, πλούσια ἑλληνικὰ μουσεῖα, νὰ διαβάζουμε στὶς Ἑλληνικὲς βιβλιοθῆκες κτλ. Μὲ τὴν συνδρομὴ Νέων Ἑλληνικῶν μποροῦμε νὰ ζήσουμε τὴν ἀρχαιότητα μέσα στὴν ἑλληνικὴ καθημερινότητα.


Διδάσκοντας παράλληλα τὰ Ἀρχαῖα καὶ Νέα Ἑλληνικὰ σὲ δύο ἐπίπεδα σπουδῶν καὶ σὲ δύο Τμήματα τοῦ Ἰνστιτούτου, ἀντιμετωπίσαμε ἕνα πρόβλημα: δὲν ὑπῆρχε κανένα βιβλίο ποὺ μὲ εἰδικὰ ἐπεξεργασμένες γραμματικὲς πληροφορίες θὰ βοηθοῦσε ἕναν νεοελληνιστὴ νὰ μάθει Ἀρχαῖα Ἑλληνικά, ἀλλὰ καὶ ἕναν κλασσικὸ φιλόλογο νὰ μάθει τὰ Νέα. Χρειαζόμασταν ἕνα βιβλίο ποὺ θὰ βασιζόταν στὴν γλωσσολογικὴ καὶ διαχρονικὴ προσέγγιση καὶ θὰ διευκόλυνε τοὺς φοιτητές μας, κάνοντας τὴν πορεία τῆς διδασκαλίας καὶ τῆς ἐκμαθήσης τῶν Ἑλληνικῶν πιὸ ἀναλυτική. Ἀποφασίσαμε λοιπὸν νὰ ἑτοιμάσουμε ἕνα ἐγχειρίδιο, μία συγκριτικὴ γραμματικὴ τῶν Ἀρχαίων καὶ Νέων Ἑλληνικῶν, τὸ ὁποῖο ὄντως γράφτηκε μέσα σὲ 4 χρόνια καὶ ἐκδόθηκε τὸ 2001 ἀπὸ τὸν Ἐκδοτικὸ Οἶκο «Λόγος» τοῦ Ἰνστιτούτου μας. Ἡ συγγραφὴ τοῦ βιβλίου ἔγινε ἀπὸ κοινοῦ, ἀπὸ τοὺς τρεῖς Ἑλληνιστές, τὸν καθηγητὴ κύριο Ρισμὰγκ Γκορντεζιάνι, γνωστὸ Κλασσικὸ Φιλόλογο καὶ Ὁμηρολόγο, τὴν κυρία Σοφία Σιαμανίδου, Ἀναπληρώτρια Καθηγήτρια καὶ Διευθύντρια τοῦ Τμήματος τῆς Νέας Ἑλληνικῆς Φιλολογίας κι ἐμένα.


Σήμερα θὰ σᾶς παρουσιάσω πολὺ σύντομα τὴν δομὴ καὶ τὸ περιεχόμενο τοῦ ἔργου μας. Ἡ συγκριτικὴ γραμματικὴ τῶν Ἀρχαίων καὶ Νέων Ἑλληνικῶν ἀποτελεῖται ἀπὸ 260 σελίδες καὶ περιέχει τὶς ἑξῆς ἑνότητες: Εἰσαγωγή, Βασικὰ στάδια τῆς ἱστορίας τῆς Ἑλληνικῆς Γλώσσας, Βασικὰ φωνητικὰ φαινόμενα, Οὐσιαστικό, Ἐπίθετο, Ἐπίρρημα, Ἀντωνυμία, Ἀριθμητικά, Ρῆμα, Βασικὰ συντακτικὰ φαινόμενα. Κάθε ἑνότητα περιέχει διάφορα κεφάλαια καὶ ὑποκεφάλαια, τὸ περιεχόμενο τῶν ὁποίων θὰ παρουσιάσω λίγο παρακάτω.


Τὸ ἐγχειρίδιο ἔχει θεωρητικὸ καὶ πρακτικὸ χαρακτήρα. Μαζὶ μὲ τὴν θεωρία δίνουμε πίνακες μὲ πολλὰ παραδείγματα τῆς κλίσης ρημάτων καὶ οὐσιαστικῶν στὰ Ἀρχαῖα καὶ Νέα Ἑλληνικά. Στὸ ἔργο ἔχουμε προσθέσει ἐπίσης τὴν πλήρη βιβλιογραφία μὲ θέμα Ἀρχαία καὶ Νέα Ἑλληνικὴ Γραμματικὴ σὲ ἑφτὰ γλῶσσες (166 βιβλία) καὶ ὡς παράρτημα καὶ μία χρηστομάθεια, μὲ δείγματα τῆς Ἑλληνικῆς Γλώσσας καὶ τῶν διαλέκτων της σὲ διάφορες ἐποχὲς (π.χ. ἐπιγραφὲς καὶ ἀποσπάσματα ἀπὸ λογοτεχνικά, ἱστορικὰ καὶ ἐκκλησιαστικὰ ἔργα).


Στὸ ἐγχειρίδιό μας συνδυάζονται τὰ στοιχεῖα τῆς ἱστορικῆς καὶ τῆς συγκριτικῆς γραμματικῆς. Ἐξετάζοντας ἕνα γλωσσικὸ φαινόμενο, στὴν ἀρχὴ γράφουμε τὸ πὼς ἦταν στὰ Ἀρχαῖα Ἑλληνικά, κατ’ ὄπιν ἀναφερόμαστε στὶς ἀλλαγὲς ποὺ ἔχουν γίνει στὴν πορεία τῆς ἱστορικῆς ἐξέλιξης τῆς γλώσσας καὶ τέλος στὸ ἀποτέλεσμα αὐτῶν τῶν ἀλλαγῶν, στὴν μορφὴ ποὺ ἔχουμε στὰ Νέα Ἑλληνικά. Προσπαθοῦμε νὰ ἐντοπίσουμε τὶς γλωσσολογικὲς αἰτίες ποὺ ἔχουν προκαλέσει αὐτὴ τὴν ἀλλάγη, προσπαθώντας μ’αὐτὸ τὸν τρόπο νὰ μὴν περιοριστοῦμε μόνο στὶς περιγραφές, ἀλλὰ νὰ δώσουμε στὸ βιβλίο καὶ ἀναλυτικὸ χαρακτήρα.


Ἰδιαίτερη σημασία δίνεται σ’ ἐκεῖνα τὰ γλωσσικὰ θέματα τῆς Νέας Ἑλληνικῆς Γλώσσας, ἡ λογικὴ κατανόηση τῶν ὁποίων γίνεται δυνατὴ μόνο διαχρονικά, λαμβάνοντας ὑπ’ ὄψιν τὴν ἱστορία τῆς Ἑλληνικῆς Γλώσσας, καὶ συγκεκριμένα τοὺς γραμματικοὺς κανόνες τῶν Ἀρχαίων Ἑλληνικῶν ποὺ στὰ Νέα Ἑλληνικὰ ἤδη ἔχουν καταργηθεῖ. Ὡς παράδειγμα θὰ μποροῦσα νὰ ἀναφέρω τὸν τονισμὸ τῶν οὐσιαστικῶν στὰ Νέα Ἑλληνικά. Εἶναι δύσκολο νὰ καταλάβει κανεὶς τὸ πὼς καὶ γιατί ἀλλάζει ὁ τονισμὸς τῶν λέξεων μὲ τὴν ἀλλαγὴ τῆς κλίσης, ἂν δὲν λάβουμε ὑπ’ ὄψιν ὅτι πρόκειται γιὰ ἕνα ἀρχαῖο ἑλληνικὸ γλωσσικὸ φαινόμενο τὸ ὁποῖο βασιζόταν στὸ γεγονὸς ὅτι στὰ Ἀρχαῖα Ἑλληνικὰ ὑπῆρχαν μακρὰ καὶ βραχέα φωνήεντα.


Ὅσον ἀφορᾶ στὸ περιεχόμενο τοῦ ἐγχειριδίου, στὴν ἑνότητα Φωνητικῆς περιλαμβάνονται τὰ ἑξῆς θέματα: ἡ ἱστορία τῆς ἑλληνικῆς γραφῆς, ἡ ἀλλαγὴ τοῦ φωνολογικοῦ συστήματος τῆς Ἑλληνικῆς Γλώσσας, ἡ ἐρασμιακὴ καὶ νεοελληνικὴ προφορά, τὰ πνεύματα, ὁ τονισμὸς καὶ τὰ σημεῖα στίξεως, οἱ ἄτονες καὶ οἱ ἐγκλιτικὲς λέξεις, ἡ βράχυνση καὶ ἡ μάκρυνση τῶν φωνηέντων, ἡ συναίρεση, ἡ ἔκθλιψη, ἡ κράση, ἡ ἀφαίρεση κ.τ.λ.


Στὶς ἑνότητες Οὐσιαστικῶν καὶ Ἐπιθέτων, ἔχουν μελετηθεῖ τὰ ἕξης ζητήματα: τὸ γένος, ὁ ἀριθμός, τὸ ἄρθρο, ἡ 1η, ἡ 2η καὶ ἡ 3η κλίση τῶν Ἀρχαίων Ἑλληνικῶν καὶ ὁ μετασχηματισμός τους στὰ Νέα Ἑλληνικά, ὁ τονισμὸς καὶ οἱ ἰδιαιτερότητές του στὰ Ἀρχαῖα καὶ Νέα Ἑλληνικά, ἡ μετάθεση τῶν Ἀρχαίων Ἑλληνικῶν κυρίων ὀνομάτων στὰ Νέα Ἑλληνικὰ κ.τ.λ.


Στὶς ἑνότητες Ἐπιθέτων καὶ Ἐπιρρημάτων ἀναφερόμαστε σὲ ὅλα τὰ εἴδη καὶ στοὺς βαθμούς τους, καὶ στὰ συσχετικὰ ἐπιρρήματα στὰ Ἀρχαῖα καὶ Νέα Ἑλληνικά.


Εἰδικὰ κεφάλαια ἔχουν ἀφιερωθεῖ σὲ προσωπικές, κτητικές, ὁριστικές, δεικτικές, ἀναφορικές, ἀόριστες, ἀρνητικές, ἀλληλοπαθεῖς καὶ συσχετικὲς ἀντωνυμίες, σὲ ἀπόλυτα καὶ τακτικά, κλασματικὰ ἀριθμητικὰ κτλ.


Τὸ μεγαλύτερο μέρος τοῦ βιβλίου ἀφιερώνεται στὸ ἑλληνικὸ ρῆμα καὶ ἔχουν μελετηθεῖ τὰ ἑξῆς θέματα: πρόσωπο, ἔγκλιση, χρόνος, τρόπος ἐνέργειας δηλαδὴ ὄψη τοῦ ρήματος, διάθεση καὶ φωνή, ἀποθετικὰ ρήματα, ἀπαρέμφατο, μετοχή, ρηματικὸ ἐπίθετο, αὔξηση, συλλαβικὴ καὶ χρονικὴ αὔξηση, ἀναδιπλασιασμός, ἰδιαιτερότητες τῆς κλίσης τῶν ρημάτων κτλ.


Ὅσον ἀφορᾶ στὸ Συντακτικό, ἀναφερόμαστε σὲ πιὸ πρακτικὰ ζητήματα τὰ ὁποῖα ἀποκτοῦν μεγαλύτερη σημασία στὴν ἐκμάθηση τῆς Ἀρχαίας ἢ τῆς Νέας Ἑλληνικῆς Γλώσσας (π.χ. διαφορετικὲς λειτουργίες τῶν πτώσεων, προθέσεις, σύνδεσμοι καὶ μόρια, ἀπαρέμφατο, μετοχή, ρηματικὸ ἐπίθετο, παραγωγή, σύνθεση κτλ.).


Θὰ ἤθελα νὰ πῶ λίγα λόγια καὶ γιὰ τὸν τρόπο, γιὰ τὴν μεθοδολογία διδασκαλίας τῶν Νέων Ἑλληνικῶν στοὺς κλασσικοὺς φιλολόγους, ποὺ ἀνέπτυξε τὸ Ἰνστιτοῦτο μας καὶ ἡ ὁποία βασίζεται στὴν διαχρονικότητα καὶ τὴν ἱστορία τῆς Ἑλληνικῆς Γλώσσας.


Μαθαίνουμε Νέα Ἑλληνικά, ξεκινώντας ἀπὸ τὰ Ἀρχαῖα, μετατρέποντας τὰ Ἀρχαῖα Ἑλληνικὰ σχήματα σὲ Νέα Ἑλληνικά, κάνοντας σύγκριση καὶ ἐξηγώντας τὸ τί ἄλλαξε, πότε ἄλλαξε καὶ σὲ ποιό γλωσσικὸ φαινόμενο ὀφείλεται αὐτὴ ἡ ἀλλαγή. Τὸ μάθημα ἔχει στοιχεῖα ἀπὸ διάφορα μαθήματα – νέα ἑλληνικὴ γραμματική, ἱστορία τῆς Ἑλληνικῆς Γλώσσας, γενικὴ γλωσσολογία κτλ.


Κάνουμε ἐπίσης καὶ κάποιες, ἂς ποῦμε εἰδικὲς ἀσκήσεις: παίρνουμε ἕνα νεοελληνικὸ κείμενο καὶ ζητᾶμε ἀπὸ τοὺς φοιτητὲς νὰ βροῦν τὶς λέξεις καὶ τὶς σημασίες τους ποὺ γνωρίζουν ἀπὸ τὰ Ἀρχαῖα Ἑλληνικά. Μετὰ τοὺς δίνουμε πληροφορίες κατὰ πόσον ἄλλαξε ἡ σημασία αὐτῶν τῶν ἀρχαίων ἑλληνικῶν λέξεων.


Ἄλλη μία ἄσκηση: οἱ φοιτητὲς παίρνουν ἕνα ἀρχαῖο ἑλληνικὸ κείμενο καὶ τὸ μετατρέπουν στὰ Νέα Ἑλληνικά, κατανοώντας ἔτσι πὼς μπορεῖ νὰ ἐκφραστεῖ μία ἀρχαία ἑλληνικὴ ἔννοια στὰ Νέα Ἑλληνικά. Μ’ αὐτὴ τὴν ἄσκηση οἱ φοιτητὲς προσπαθοῦν νὰ σχηματίσουν μία πρόταση στὰ Νέα Ἑλληνικὰ ξεκινώντας ἀπὸ τὶς ἀρχαῖες ἑλληνικὲς λέξεις. Ἀνατρέχοντας σ’ ἕνα νεοελληνικὸ λεξικὸ οἱ φοιτητὲς ἔχουν ἐπίσης τὴν δυνατότητα νὰ διαπιστώσουν ἂν ἔχει διατηρηθεῖ μία συγκεκριμένη ἀρχαία ἑλληνικὴ λέξη στὰ Νέα Ἑλληνικά.


Μία ἄλλη ἄσκηση ὡς παράδειγμα: οἱ φοιτητὲς παίρνουν μία νέα ἑλληνικὴ μετάφραση ἑνὸς ἀρχαίου ἑλληνικοῦ κειμένου (ποὺ διαλέγουν οἱ ἴδιοι) καὶ κάνουν ἀνάλυση τῆς μετάφρασης, προσπαθώντας νὰ κατανοήσουν τὶς διαφορὲς ποὺ ὑπάρχουν στὸ ἐπίπεδο τῆς σύνταξης καὶ τοῦ λεξιλογίου.


Στὴν Φιλοσοφικὴ Σχολὴ τοῦ Κρατικοῦ Πανεπιστημίου τῆς Τιφλίδας, οἱ κλασσικὲς γλῶσσες – Ἀρχαία Ἑλληνικὰ καὶ Λατινικὰ – ἀποτελοῦν ἕνα ἀπὸ τὰ κατ’ ἐπιλογὴν ὑποχρεωτικὰ μαθήματα, ποὺ σημαίνει ὅτι ἕνας φοιτητὴς γιὰ δύο ἑξάμηνα ὑποχρεωτικὰ μαθαίνει μία κλασσικὴ γλῶσσα, ἀλλὰ διαλέγει ὁ ἴδιος ἀνάμεσα στὰ Ἀρχαῖα Ἑλληνικὰ καὶ Λατινικά. Σύμφωνα μὲ τὰ στατιστικὰ δεδομένα, τουλάχιστον 150 ἕως 200 φοιτητὲς ἐτησίως μαθαίνουν Ἀρχαῖα Ἑλληνικά. Ἂν κάναμε σωστὴ διαχείρηση τοῦ θέματος καὶ ἂν γνωστοποιούσαμε τὸ πόσο εὔκολο εἶναι νὰ μάθει κανεὶς τὰ Νέα Ἑλληνικὰ ἤδη γνωρίζοντας τὰ Ἀρχαῖα, θὰ μπορούσαμε νὰ αὐξήσουμε τὸν ἀριθμὸ τῶν φοιτητῶν ποὺ θὰ ξεκινοῦσαν τὴν ἐκμάθηση τῶν Νέων Ἑλληνικῶν. Θὰ μποροῦσα νὰ ἐκφραστῶ καὶ διαφορετικὰ – θὰ συνέχιζαν τὴν ἐκμάθηση τῶν Ἑλληνικῶν, περνώντας ἀπὸ τὰ Ἀρχαῖα στὰ Νέα Ἑλληνικά.


Θὰ μποροῦσε νὰ ρωτήσει κανεὶς γιατί μιλᾶμε θεωρητικά, χρησιμοποιώντας τὸν ὑποθετικὸ λόγο. Ἡ ἀπάντηση εἶναι ὅτι ὑπάρχουν ἀρκετὰ πρακτικὰ θέματα, ἴσως καὶ προβλήματα, ποὺ μᾶς ἐμποδίζουν νὰ ἐφαρμόσουμε τὴν θεωρία στὴν πράξη. α) Ὁ ἀριθμὸς καθηγητῶν τῆς Νέας Ἑλληνικῆς Γλώσσας εἶναι πολὺ μικρός. Ὑπάρχει τὸ ἀνθρώπινο δυναμικό, ἀφοῦ πολλοὶ ἀπόφοιτοι τοῦ τμήματος τῆς Νέας Ἑλληνικῆς Φιλολογίας τοῦ Πανεπιστημίου ποὺ ἔχουν ἐκπαιδευτεῖ καὶ στὴν Ἑλλάδα, θὰ μποροῦσαν νὰ διδάξουν, ἀλλὰ δὲν ὑπάρχουν ἀρκετὲς χρηματικὲς δαπάνες, ὁ προϋπολογισμὸς τοῦ Παενπιστημίου εἶναι πολὺ περιορισμένος. β) Εἶναι περιορισμενὸς καὶ ὁ ἀριθμὸς τῶν καθηγητῶν ποὺ γνωρίζουν καὶ τὰ Ἀρχαῖα καὶ τὰ Νέα Ἑλληνικὰ καὶ θὰ μποροῦσαν νὰ διδάξουν ἐφαρμόζοντας τὴν μεθοδολογία διδασκαλίας τῶν Νέων Ἑλληνικῶν μέσω τῶν Ἀρχαίων, χρησιμοποιώντας τὸ προαναφερθὲν ἐγχειρίδιο τῆς Συγκριτικῆς Γραμματικῆς. γ) Τὸ προαναφερθὲν βιβλίο εἶναι ἐξαντλημένο καὶ ἀφοῦ ἔχει χαθεῖ καὶ τὸ ἠλεκτρονκὸ ἀρχεῖο, ἡ ἐπανέκδοση καθυστερεῖ. δ) Δὲν φτάνει νὰ ὑπάρχει τὸ ἐγχειρίδιο τῆς Συγκριτικῆς Γραμματικῆς, χρειάζεται καὶ ἕνα εἰδικὸ Ἐγχειρίδιο ἐκμάθησης τῆς Νέας Ἑλληνικῆς γι’αὐτοὺς ποὺ ἤδη γνωρίζουν Νέα Ἑλληνικά. Τὸ ἐγχειρίδιο αὐτὸ πρέπει νὰ περιέχει καὶ τὰ κείμενα ποὺ θὰ συνδυάζουν τὰ ἀρχαῖα καὶ νέα ἑλληνικὰ θέματα, καὶ τοὺς διαλόγους, καὶ τὶς ἀσκήσεις, ἀλλὰ καὶ τὴν ἁπλοποιημένη, ἂς ποῦμε, συγκριτικὴ γραμματική τῶν Ἀρχαίων καὶ Νέων Ἑλληνικῶν.


Στὴν ὁμιλία μου ἔκανα μία προσπάθεια νὰ ἀναφερθῶ στὰ ζητήματα ποὺ ἀφοροῦν στὴν διδασκαλία τῆς Νέας Ἑλληνικῆς Γλώσσας στοὺς Κλασσικοὺς Φιλολόγους καὶ γενικῶς σ’ αὐτοὺς ποὺ ἤδη γνωρίζουν τὰ Ἀρχαῖα Ἑλληνικά.


Πιστεύω πὼς ἂν κάνουμε συντονισμένες καὶ ἀπὸ κοινοῦ ἐνέργειες ὅλοι μας, ποὺ ἀγαπᾶμε καὶ ἀφιερώνουμε τὴν ζωή μας στὴν μελέτη καὶ διδασκαλία τῶν Ἑλληνικῶν, τότε θὰ προκαλέσουμε τὸ ἐνδιαφέρον σὲ περισσότερο κόσμο γιὰ νὰ ἔρθει κοντὰ καὶ νὰ ἐπωφεληθεῖ ἀπὸ τὴν γνωριμία μὲ τὸν πλοῦτο τῆς Ἑλληνικῆς Γλώσσας καὶ τοῦ Ἑλληνικοῦ Πολιτισμοῦ.

 

 

* Ἡ Εἰρήνη Ντάρτσια εἶναι Ἀναπληρώτρια Καθηγήτρια τοῦ Ἰνστιτούτου Κλασικῶν, Βυζαντινῶν καὶ Νεοελληνικῶν Σπουδῶν τοῦ Κρατικοῦ Πανεπιστημίου τῆς Τιφλίδας «Ivane Javakhishvili».

Σχεδιασμός και Κατασκευή
JIT