ΟΜΙΛΙΑ ΝΑΤΑΛΙΑΣ ΜΠΑΣΕΝΚΟ - 08.01.2017

 

Η ΚΟΙΝΩΝΙΚΟ-ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΗ ΔΙΑΣΤΑΣΗ ΤΗΣ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑΣ ΤΗΣ Ν.Ε. ΓΛΩΣΣΑΣ, ΩΣ ΣΥΝΙΣΤΩΣΑ ΤΗΣ ΔΙΑΜΟΡΦΩΣΗΣ ΔΙΑΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΗΣ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ 



τῆς ΝαταλίαςΜπάσενκο-Κόρμαλη*

 

mpasenkoΤὸ θέμα τῆς σημερινῆς μας ἐκδήλωσης περιλαμβάνει δύο ἰσχυρὲς καὶ πολὺ σημαντικὲς λέξεις: Γλῶσσα καὶ Πολιτισμός.


Ὁ πολιτισμὸς καὶ ἡ γλῶσσα εἶναι δύο ἀέναα ἐξελισσόμενα στοιχεῖα. Ἡ γλῶσσα εἶναι σύστημα, ἕνα σύνολο σημείων καὶ ὄχι ἁπλὸ ἄθροισμα: εἶναι σύστημα Ἀξιῶν. Ἡ γλῶσσα εἶναι μία ἀπὸ τὶς ἔνυλες ἐκφράσεις κάθε πολιτισμοῦ, ἡ βάση κάθε ἀνθρώπινης ἐπικοινωνίας. Στὸν «Διάλογο» τοῦ Σολωμοῦ διαβάζουμε «Ἡ γλῶσσα εἶναι ἕνα μεγάλο ποτάμι, εἰς τὸ ὁποῖον ἔχουν ἀνταπόκρισι τὰ ὅσα γνωρίζει ὁ ἄνθρωπος». Τὰ ὅσα γνωρίζει ὁ ἄνθρωπος ἀποτελεῖ τὸν πολιτισμό του. Ὁ πολιτισμὸς εἶναι μία συνεχιζόμενη διαδικασία τῆς συνειδητοποίησης τῆς ταυτότητάς μας ὡς ἀνθρώπων. Δὲν εἶναι βέβαια ἕνα σύνολο ἐπιτευγμάτων, αὐτὰ εἶναι ἡ ἀφετηρία, ἡ οὐσία τοῦ πολιτισμοῦ στὴν ἀξιολόγηση καὶ τὸν ἐμπλουτισμὸ τοῦ συστήματος Ἀξιῶν καὶ τῆς κοινῆς συνείδησης τοῦ λαοῦ. Εἶναι ἡ ἴδια ἡ περιπέτεια τῆς αὐτογνωσίας.


Εἶναι ἀλήθεια ὅτι στὶς μέρες μας οἱ πνευματικὲς Ἀξίες καὶ ἡ τεχνολογία μονοπωλοῦνται ἀπὸ τὶς χῶρες ἐκεῖνες ποὺ ἔχουν μεγάλη οἰκονομικὴ καὶ πολιτικὴ ἰσχύ. Καὶ ἐξάγοντας τὴν τεχνολογία καὶ τὰ καταναλωτικὰ ἀγαθά, ἐξάγουν ἢ καλύτερα ἐπιβάλλουν ταυτόχρονα καὶ ἕνα μέρος τοῦ πολιτισμοῦ καὶ τῶν Ἀξιῶν τους. Παράλληλα ὅμως συμβάλλουν καὶ στὴν πολιτιστικὴ διείσδυση.


Οἱ χῶρες μὲ περιορισμένα οἰκονομικὰ μέσα, ἀμυνόμενες, καλοῦνται νὰ ἀντιμετωπίσουν αὐτὴ τὴν εἰσβολή, καὶ νὰ μεριμνήσουν γιὰ τὴν ἐθνικὴ πολιτιστική τους ἄμυνα. Διότι ἡ μάχη δὲν δίδεται τόσο στὰ σύνορα τῆς ἔνυλης ὕπαρξής τους, ἀλλὰ σὲ εὐρύτερο καὶ σημαντικότερο χῶρο: στὸν χῶρο τοῦ πολιτισμοῦ. Καὶ σ' αὐτὴ τὴν μάχη δὲν μποροῦμε νὰ διακρίνουμε νικητὲς καὶ ἡττημένους γιατὶ δὲν ὑπάρχουν ποσοτικὰ μεγέθη. Ὑπάρχουν κυρίως Ἀξίες. Ἄρα σ' αὐτὴ τὴν μάχη Ἀξιῶν τὸ ἐπιζητούμενο δὲν εἶναι νὰ νικήσει ἡ μικρὴ χώρα, ἀλλὰ νὰ ὑπερασπισθεῖ ὅσο μπορεῖ τὴν ταυτότητά της, δηλαδὴ τὰ ἰδιαίτερα ἐκεῖνα χαρακτηριστικὰ γνωρίσματα ποὺ διαφοροποιοῦν ἀνθρώπους ποὺ τὴν κατοικοῦν ἀπὸ ὁποιονδήποτε ἄλλο λαό. Νὰ ὑπερασπίσει τὰ ἔθιμά της, τὸν τρόπο ζωῆς, τὶς παραδόσεις της, ὅλα αὐτὰ ποὺ διαφύλαξαν οἱ προγονοί της. Στὴν ὑπεράσπιση αὐτὴ ὁ σημαντικότερος ρόλος ἀνήκει στὴν ἴδια τὴν γλῶσσα, καθὼς καὶ στὴν διδασκαλία της. Καὶ ἐδῶ ἀκριβῶς εἶναι ποὺ ἡ Ἑλληνικὴ Γλῶσσα ἔχει ἕνα μεγάλο πλεονέκτημα: ἀποτελεῖ μία ἀπὸ τὶς λίγες γλῶσσες στὸν κόσμο ποὺ ἔχει ἐπιδείξει μία γλωσσικὴ παράδοση σὲ προφορικὸ καὶ σὲ γραπτὸ λόγο ποὺ φθάνει τοὐλάχιστον τὶς 4 χιλιάδες χρόνια.


Ἀπὸ τὴν θέση μου καὶ λόγω τῆς εἰδικότητας θὰ ἀναφερθῶ στὴν διδασκαλία τῆς Ἑλληνικῆς Γλώσσας ὡς δεύτερης μητρικῆς ἢ ξένης. Ὁ βασικὸς σκοπὸς αὐτῆς δὲν εἶναι μόνο ἡ κατάκτηση ἐπικοινωνιακής δεξιότητας, ἀλλὰ καὶ ἡ κατάκτηση τῆς διαπολιτισμικῆς ἐπικοινωνίας. 

 

Ἡ διαπολιτισμικὴ ἐπικοινωνία στοχεύει στὴν διαπολιτισμικὴ κοινωνία, δηλ. Μία κοινωνία ὅπου διαφορετικὲς κουλτοῦρες, ἐθνικές, θρησκευτικές, πολιτισμικὲς ὁμάδες διατηροῦν ἀνοιχτὴ τὴν δίοδο ἀλληλοεπίδρασης, ἀνταλλαγῆς καὶ ἀμοιβαίας ἀναγνώρισης τῶν Ἀξιῶν καὶ τοῦ τρόπου ζωῆς. Καὶ ὄχι στὴν πολυπολιτισμικὴ κοινωνία ὅπου διαφορετικὲς κουλτοῦρες, ἐθνικές, πολιτισμικὲς ὁμάδες, μπορεῖ νὰ ζοῦν στὴν ἴδια περιοχή, ἀλλὰ δὲν εἶναι σίγουρο ὅτι ἐπικοινωνοῦν οὐσιαστικά, ὅτι κατανοοῦν ὁ ἕνας τὸν ἄλλον, ὅτι δὲν γίνονται ἀντικείμενο ἐκμετάλλευσης τοῦ ἰσχυροῦ (οἰκονομικὰ ἢ πολιτιστικά).


Μὲ τὸν ὅρο «διαπολιτισμικὴ ἐπικοινωνία» δὲν ἐννοοῦμε μόνο τὴν συνομιλία μὲ ἄτομα ξενόγλωσσα, ἀλλὰ μία σύνθετη διαδικασία ποὺ διέπεται ἀπὸ στάσεις, συμπεριφορὲς καὶ δεξιότητες βασισμένες σὲ κώδικες ποὺ διαθέτει ἡ κοινωνία. Ἀναμφισβήτητα ἡ γνώση μιᾶς ξένης γλώσσας μπορεῖ νὰ διευρύνει τὶς δυνατότητες τῶν ἀνθρώπων σὲ ὅ,τι ἀφορᾶ τὶς ἀνθρώπινες σχέσεις καὶ τὴν πολιτισμικὴ μαθητεία. Καὶ ἡ διαπολιτισμικὴ ἐπικοινωνία πιστεύω πρέπει νὰ βασίζεται στὸν διάλογο. Ὁ διάλογος ὡς μέσο πολιτιστικῆς ἐπικοινωνίας περιλαμβάνει μία σύγκλιση τῶν ἀλληλεπιδρόντων ὀντοτήτων τῆς πολιτιστικῆς διαδικασίας, ὅταν αὐτὲς δὲν ἐπιδιώκουν νὰ κυριαρχήσουν, ἀλλὰ ἀλληλοακούγονται, ἀλληλοκατανοούνται, συνεργάζονται, καὶ πλησιάζουν ἡ μία τὴν ἄλλη ἤρεμα καὶ προσεκτικά.


Σὲ αὐτὴ τὴν βάση, θὰ μποροῦσε κανεὶς νὰ ὑποστηρίξει ὅτι ἡ «διαπολιτισμικὴ ἐπικοινωνία» εἶναι μία μορφὴ κοινωνικῆς ἐπικοινωνίας. Ἡ Κοινωνικὴ ἐπικοινωνία, μὲ τὴν σειρά της, εἶναι μία διαδικασία ἀλληλεπίδρασης μεταξὺ τῶν συμμετασχόντων στὶς κοινωνικὲς καὶ πολιτιστικὲς δραστηριότητες μὲ σκοπὸ τὴν μεταφορὰ ἢ τὴν ἀνταλλαγὴ πληροφοριῶν. Αὐτὸ τὸ εἶδος τῆς ἐπικοινωνίας χρησιμεύει ὡς ἕνας ἀπὸ τοὺς βασικοὺς μηχανισμοὺς καὶ ἀποτελεῖ ἀναπόσπαστη συνισταμένη τῆς κοινωνικὸ-πολιτιστικῆς ἀνάπτυξης, ἐπειδὴ παρέχει τὴν δυνατότητα σχηματισμοῦ πολιτιστικῶν δεσμῶν μέσα στὸν ἴδιο πολιτισμὸ καθὼς καὶ μεταξὺ διαφορετικῶν πολιτισμῶν.


Πολύπλοκη καὶ ἀντιφατικὴ διαδικασία ἀποτελεῖ καὶ ἡ ἀλληλεπίδραση τῶν πολιτισμῶν. Ἡ φύση τῆς διαπολιτισμικῆς ἀλληλεπίδρασης εἶναι ἰδιαίτερα σημαντικὴ σήμερα, ὅταν, χάρη στὴν ἀνάπτυξη τῶν τεχνικῶν μέσων στὴν παγκόσμια διαδικασία ἐπικοινωνίας συμμετέχει ἡ συντριπτικὴ πλειοψηφία τῶν ὑφιστάμενων ἐθνο-πολιτισμικῶν σχηματισμῶν.


Οἱ μελέτες δείχνουν ὅτι ἡ ἐπικοινωνία καὶ ὁ πολιτισμὸς εἶναι ἀλληλένδετες καὶ ἀλληλοεξαρτώμενες ἔννοιες. Ὑπάρχουν καὶ λειτουργοῦν στὸ πλαίσιο ἑνὸς ἑνιαίου κοινωνικὸ-πολιτιστικοῦ χώρου, ποὺ λέγεται κοινωνία. Ὡς ἐκ τούτου, γίνεται ὁλοένα καὶ πιὸ σημαντικὴ ἡ διαμόρφωση τῆς διαπολιτισμικῆς ἐπικοινωνίας: τῆς ἱκανότητας νὰ κατανοηθεῖ μία ξένη κουλτούρα, μιᾶς κριτικῆς ἀνάλυσης τῶν λόγων τῆς δικῆς μας συμπεριφορᾶς, τῆς ἀναγνώρισης καὶ τῆς ἀποδοχῆς ξένης πολιτιστικῆς ταυτότητας, τῆς δυνατότητας οἰκοδόμησης σχέσεων καὶ τῆς ἀποδοχῆς ἑνὸς λογικοῦ συμβιβασμοῦ. Ὁ κύριος τρόπος γιὰ τὴν ἐπίτευξη αὐτοῦ τοῦ στόχου εἶναι, κατὰ τὴν ἄποψή μου, ἡ ἀπόκτηση τῶν κατάλληλων κοινωνικῶν δεξιοτήτων, συμπεριλαμβανομένης τῆς δημιουργίας νέων κοινωνικῶν σχέσεων, τὴν μελέτη τοῦ πολιτισμοῦ, τῆς γλώσσας, τῆς συμπεριφορᾶς, καὶ οὕτω καθεξῆς.


Ἡ Νεοελληνικὴ Γλῶσσα ὡς δεύτερη μητρικὴ ἢ ξένη διδάσκεται στὴν περιοχὴ τῆς βόρειας παρευξείνιας ζώνης ἐδῶ καὶ πάνω ἀπὸ 25 χρόνια. Συγκεκριμένα στὴν περιοχὴ τῆς Μαριούπολης, καὶ τῆς Κριμαίας ἐπίσης, ἀνάμεσα στὰ παιδιὰ ποὺ διδάσκονται τὰ Νέα Ἑλληνικὰ ὑπάρχουν αὐτὰ ποὺ κατέχουν ἤδη μία τοπικὴ ἑλληνικὴ διάλεκτο, ἄλλα τὴν διδάσκονται ὡς ξένη γλῶσσα. Καὶ γι'αὐτὸ στὸ ἐπίκεντρο τῶν διδασκόντων βρίσκεται ἡ γνωριμία μὲ τὸν Ἑλληνικὸ Πολιτισμὸ κατὰ τὴν διάρκειας τῆς ἐκμάθησης τῆς γλώσσας. Τὸ ὑπάρχον πρόγραμμα ἐπιτρέπει τὸν συνδυασμὸ τῶν στοιχείων τῆς λαογραφίας, τῆς ἱστορίας μὲ τὰ γλωσσικὰ φαινόμενα. Ἡ προσέγγιση τῆς Ἑλληνικῆς Γλώσσας καὶ Πολιτισμοῦ στηρίζεται ἐξ ὁλοκλήρου στὸ γνωστικὸ καὶ κοινωνικὸ ἐποικοδομητισμό. Μὲ τὴν καλλιέργεια τοῦ ἐνδιαφέροντος καὶ τῆς περιέργιας τῶν μαθητῶν γιὰ τὴν γλῶσσα καὶ τὸν πολιτισμικὸ πλοῦτο, οἱ μαθητὲς ἀναπτύσσουν δεξιότητες ποὺ θὰ λειτουργήσουν σταδιακὰ ὡς συνισταμένη ἀνάπτυξης μεθόδων διαπολιτισμικῆς ἐπικοινωνίας. Μέσα ἀπὸ αὐθεντικὲς καταστάσεις οἱ μαθητὲς ἐρευνοῦν, ἀνακαλύπτουν καὶ βιώνουν μὴ οἰκεία πολιτισμικὰ καὶ γλωσσικὰ στοιχεῖα, Χρησιμοποιοῦν τὶς ἤδη ὑπάρχουσες γνώσεις καὶ ἐμπειρίες τοΥς γιὰ νὰ προσεγγίσουν τὰ νέα δεδομένα, νὰ κατανοήσουν, νὰ ἀποδεχθοῦν καὶ νὰ ἐκτιμήσουν τὸ μὴ οἰκεῖο, τὸ διαφορετικό. Ὁ στόχος τοῦ καθηγητῆ εἶναι νὰ βοηθήσει στὸν ἐντοπισμὸ διαφορῶν καὶ ὁμοιοτήτων ἀνάμεσα στὶς γλῶσσες καὶ στοὺς πολιτισμούς. Γιὰ παράδειγμα, γιὰ τοὺς Ρώσους μέσω τῆς Ἑλληνικῆς γίνονται πιὸ κατανοητὲς οἱ ὀνομασίες τῶν πτώσεων καὶ οἱ σημασίες τους. Διότι οἱ ὀνομασίες αὐτὲς εἶχαν μπεῖ στὴν ρωσικὴ γραμματικὴ ὡς κατὰ λέξη μετάφραση ἑλληνικῶν ὅρων ἀπὸ τὴν «Ἐπιτομὴ περὶ τῶν ὀκτὼ μερῶν τοῦ λόγου» τοῦ Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου. Ὅταν λὲς στοὺς μαθητὲς ὅτι τὸ ἴδιο τὸ κυριλλικὸ γράμμα «ΟΥ» προέρχεται ἀπὸ τὸν ἑλληνικὸ δίφθογγο (Ὄμικρον - ὕψιλον) καὶ περιγράφεις τὴν διαδικασία ἀλλαγῆς, δηλαδὴ πὼς ἀπέκτησε τὴν σημερινή του γραφὴ, ἐνθουσιάζονται καὶ νοιώθουν ἤδη κάποιο δεσμὸ μὲ τὴν Ἑλληνικὴ Γλῶσσα. Γιὰ τὰ Ρωσάκια ποὺ κάθε χρόνο στὶς 24 Μαΐου γιορτάζουν μεγαλοπρεπῶς τὴν Ἡμέρα τῆς σλαβικῆς γραφῆς καὶ πολιτισμοῦ, καὶ τιμοῦν τοὺς Ἁγίους ἰσαποστόλους Κύριλλο καὶ Μεθόδιο, ἡ ἄγνωστη καὶ λίγο μυστηριώδης πόλη «Σολοὺν» ἀπὸ ὅπου κατάγονται οἱ Ἅγιοι, στὰ μαθήματα τῆς Ἑλληνικῆς Γλώσσας ἀποκτᾶ τὴν οὐσία καὶ μεταμορφώνεται στὴν Θεσσαλονίκη.


Τέτοιου τύπου διαδικασίες ἐπιτρέπουν στοὺς μαθητὲς νὰ βυθιστοῦν στὴν ἑλληνικὴ πραγματικότητα, νὰ ἐξοικειωθοῦν στὸ ἄκουσμα καὶ στὴν γραφὴ μὴ οἰκείων στοιχείων. Στὴν διαμόρφωση τῆς διαπολιτιστικὴς ἐπικοινωνίας στὰ μαθήματα τῆς Ἑλληνικῆς Γλώσσας βοηθᾶ ἡ μορφολογικὴ παρατήρηση τῶν ἑλληνικῶν λέξεων καὶ ἡ σύγκρισή τους μὲ ἀντίστοιχες τῆς μητρικῆς γλώσσας, ἡ χρήση συσχετισμῶν ποὺ χρησιμεύουν γιὰ μεταγλωσσικὴ καὶ μεταγνωστικὴ προσέγγιση Ἑλληνικῆς Γλώσσας καὶ Πολιτισμοῦ. Σύμφωνα μὲ τὴν προσέγγιση αὐτὴ ὁ μαθητής, ὁ ὁποῖος διευρύνει τὶς ἐμπειρίες του στὰ πολιτιστικὰ περικείμενα τῆς γλώσσας, δηλαδὴ ἀπὸ τὴν γλῶσσα τοῦ σπιτιοῦ μεταβαίνει στὴν γλῶσσα τῆς κοινωνίας ἢ/καὶ στὶς γλῶσσες ἄλλων λαῶν, δὲν διατηρεῖ αὐτὲς τὶς γλῶσσες καὶ τοὺς πολιτισμοὺς σὲ αὐστηρὰ διαχωρισμένα τμήματα τοῦ νοῦ, ἀλλά, ἀντίθετα, συναρμολογεῖ μία ἐπικοινωνιακή ἱκανότητα, στὴν ὁποία συνεισφέρει ὁλόκληρη ἡ γλωσσικὴ γνώση καὶ ἐμπειρία καὶ στὴν ὁποία οἱ γλῶσσες ἀλληλοσχετίζονται καὶ ἀλληλεπιδροῦν.


Στὸ μάθημα τῆς Ἑλληνικῆς ὡς ξένης γλώσσας μποροῦν νὰ χρησιμοποιηθοῦν πολλὲς διαθεματικὲς δραστηριότητες καὶ νὰ ὑλοποιηθοῦν μὲ πολλαπλοὺς τρόπους ὅπως π.χ. μὲ σχέδια ἐργασίας, μὲ παιχνίδια ρόλων, μὲ δραματοποίηση: ἡ ἀναζήτηση καὶ ἡ καταγραφὴ ἑλληνικῶν παροιμιῶν καὶ ὁ συσχετισμός τους μὲ τὶς παροιμίες τῆς μητρικῆς τους γλώσσας. Διερεύνηση καὶ σχολιασμὸς (προφορικὸς ἢ γραπτὸς) ἱστορικῆς, θρησκευτικῆς, μυθολογικῆς σημασίας ὀνομάτων στὴν ἑλληνικὴ καὶ ρωσικὴ-οὐκρανικὴ γλῶσσα. Διεξαγωγὴ ἔρευνας γιὰ κοινὰ ἢ καὶ διαφορετικὰ ἔθιμα (ἐπισήμανση κοινωνικοπολιτιστικῶν ὁμοιοτήτων καὶ διαφορῶν) ποὺ ἀφοροῦν ἑορτασμὸ διαφόρων ἑορτῶν. Ἐπισήμανση ἑλληνικῶν δανείων στὴν μητρική τους γλῶσσα. Μέσα ἀπὸ τέτοιας μορφῆς δραστηριότητες ἐπιδιώκεται νὰ ἐμπλακοῦν ἐνεργὰ οἱ μαθητὲς σὲ διαθεματικὲς διαδικασίες γνωριμίας μὲ τὸ διαφορετικό, μὲ τὸ μὴ οἰκεῖο ἀξιοποιώντας τὴν γλωσσικὴ καὶ πολιτισμικὴ ποκιλία ὡς πηγὴ δημιουργίας ἔκφρασης καὶ ἐπικοινωνίας. Οἱ μαθητὲς αἰσθάνονται τὸν ἐθνικὸ γλωσσικὸ καὶ πολιτισμικό τους πλοῦτο, ἐνῶ παράλληλα συνειδητοποιοῦν τὴν ὕπαρξη ἄλλων γλωσσικῶν κωδίκων ἐπικοινωνίας, ἄλλων τρόπων ζωῆς, σκέψης καὶ συμπεριφορᾶς. Ἂς ἀναφέρουμε καὶ κάποιες διαπιστώσεις: Ἡ ἐκμάθηση τῆς Νέας Ἑλληνικῆς Γλώσσας ἀπὸ τὰ παιδιὰ ἑλληνικῆς καταγωγῆς τῆς Μαριούπολης, τῆς Κριμαίας, τῆς Μεσημβρινῆς Ρωσίας συμβάλλει στὴν ἐπίγνωση τοῦ τοπικοῦ τους πολιτισμοῦ, τῶν ἐθίμων καὶ παραδόσεων, στὴν αὐτογνωσία τους. Ἐπιτρέπει νὰ ἐξηγήσει τὴν πολιτιστική τους ἰδιαιτερότητα. Τοὺς φέρνει πιὸ κοντὰ στὴν κατανόηση τῆς δικῆς τους ἑλληνικῆς διαλέκτου, τοὺς κάνει νὰ αἰσθανθοῦν μέρος τῆς ἑλληνικῆς ἱστορίας καὶ τοῦ πολιτισμοῦ. Ἐνῶ στὰ ρωσάκια καὶ οὐκρανάκια βοηθᾶ νὰ συναισθάνονται τὸν γλωσσικὸ καὶ πολιτισμικό τους πλοῦτο, καὶ ταυτόχρονα νὰ ἀποδέχονται τὶς πολιτιστικὲς καταβολὲς τοῦ «ἄλλου», προσεγγίζοντας συναισθηματικὰ τὴν ἑλληνικὴ ἐκφορὰ τοῦ λόγου καὶ ἑλληνικὲς πολιτισμικὲς ἐμπειρίες.


Διδάσκοντας γλῶσσα διδάσκουμε πολιτισμό, γιατὶ δὲν ἀρκεῖ νὰ γνωρίζεις τὶ σημαίνει κάποια συγκεκριμένη λέξη, δὲν φθάνει νὰ μπορεῖς νὰ τὴν μεταφράσεις, πρέπει νὰ τὴν αἰσθάνεσαι νὰ τὴν συναισθάνεσαι, νὰ τὴν ἀποδέχεσαι ἔτσι ὅπως εἶναι καὶ ὄχι μεταφρασμένη. Διότι ὅπως εἶπε καὶ ὁ Μπαμπινώτης «Κάθε γλῶσσα εἶναι μία ἄλλη σύλληψη, ὀργάνωση καὶ ἔκφραση τοῦ κόσμου μας. Εἶναι μία διαφορετικὴ ταξινομία τοῦ κόσμου». Ἄρα, κάθε λαὸς συλλαμβάνει, ὀργανώνει καὶ ἐκφράζει διαφορετικὰ τὸν κόσμο μὲ τὴν γλῶσσα του. Ὁ φιλόσοφος Βιττγκενσταὶν εἶπε «ὁ κόσμος μου εἶναι ἡ γλῶσσα μου». Διδάσκοντας τὰ Νέα Ἑλληνικὰ σὲ ξένους τοὺς ἀνοίγουμε τὸν κόσμο τῶν Ἑλλήνων, τοὺς ἀνοίγουμε τοὺς ὁρίζοντες, τοὺς καλοῦμε νὰ συμμετάσχουν στὸ πολιτιστικό μας γίγνεσθαι. Διδάσκοντας τὴν Ἑλληνικὴ Γλῶσσα σὲ ξένους τὴν κάνουμε πιὸ ἀνθεκτικὴ στὶς ἐξωτερικὲς προκλήσεις, στὶς ἀλλοιώσεις, αὐξάνουμε τὶς ἀντιστάσεις της.


Θὰ ἤθελα νὰ κλείσω τὴν εἰσήγησή μοΥ μὲ ἀκόμη μία διαπίστωση. Ὁ μεγάλος Γάλλος ἀρχαιολόγος καὶ κοινωνιολόγος Ζανμάιρ στὸ μνημειῶδες ἔργο του «Διόνυσος, Ἱστορία καὶ Λατρεία τοῦ Βάκχου» ὑποστηρίζει ὅτι τὰ ἑλληνικὰ έθημα καὶ οἱ παραδόσεις σὲ περιοχὲς ὅπου Ἑλληνισμὸς εἶχε βαθειὲς ρίζες (ἐκτὸς τοῦ κυρίως κορμοῦ τῆς Ἑλλάδος) ἐξακολουθοῦν νὰ ζοῦν χάρη στὴν ἐπιβίωση Ἑλληνικῶν Γλωσσικῶν Διαλέκτων. Ἑπομένως ἡ διατήρηση τῆς Ἑλληνικῆς παράδοσης, ἀλλὰ καὶ ἡ διάδοση τοῦ Ἑλληνικοῦ Πολιτισμοῦ, ἐκτὸς τῶν γεωγραφικῶν συνόρων τῆς Ἑλλάδος, προϋποθέτει τὴν διάδοση τῆς Νέας Ἑλληνικῆς ἢ καὶ τὴν διατήρηση τῶν τοπικῶν διαλέκτων της.

 


* Ἡ Ναταλία Μπάσενκο-Κόρμαλη εἶναι Καθηγήτρια τῆς Ἕδρας Ἑλληνικῆς Φιλολογίας τοῦ Πανεπιστημίου τῆς Μαριούπολης.

 

 

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ


Jeanmaire H. Διόνυσος, Ἱστορία καὶ Λατρεία τοῦ Βάκχου. Κλειώ, 1985.
Δαμασκηνός Δ. Τὸ Γλωσσικὸ Ζήτημα. Ἐπίκεντρο, Θεσσαλονίκη, 2008.
Μπαμπινιώτης Γ. Θεωρητικὴ Γλωσσολογία. Εἰσαγωγὴ στὴν σύγχρονη γλωσσολογία. Ἀθήνα. 1998.
Σολωμὸς Δ. Διάλογος. Στιγμή, 2014.

Σχεδιασμός και Κατασκευή
JIT